Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Παραδειγματίζω (overstuff) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
παραδειγματίζω
παραδειγματίζεις
παραδειγματίζει
παραδειγματίζουμε
παραδειγματίζετε
παραδειγματίζουν
Future tense
θα παραδειγματίσω
θα παραδειγματίσεις
θα παραδειγματίσει
θα παραδειγματίσουμε
θα παραδειγματίσετε
θα παραδειγματίσουν
Aorist past tense
παραδειγμάτισα
παραδειγμάτισες
παραδειγμάτισε
παραδειγματίσαμε
παραδειγματίσατε
παραδειγμάτισαν
Past cont. tense
παραδειγμάτιζα
παραδειγμάτιζες
παραδειγμάτιζε
παραδειγματίζαμε
παραδειγματίζατε
παραδειγμάτιζαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
παραδειγμάτιζε
παραδειγματίζετε
Perfective imperative mood
παραδειγμάτισε
παραδειγματίστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'overstuff':

None found.