Μόνο τον ονειρεύομαι. | Lizzie, you've got to learn to dream, like I do! |
Όταν ονειρεύεσαι Υπάρχει περίπτωση να βρεις | When you dream there's a chance you'll find |
Μπορεί να έρθει σε σένα ενώ ονειρεύεσαι | It may come to you while you're dreaming |
Ονειρευόμουν ότι κι εσύ ονειρεύεσαι τώρα. | I used to dream what you are dreaming now. |
- Όχι, ονειρεύεσαι τον Αδάμ, υποθέτω. | - No, dreaming about Adam, I suppose. |
Στηβ, ονειρεύεσαι. | Oh, Steve, you're just dreaming. |
Κάθε άντρας στο Σ. Χάρμπορ ονειρεύεται τη Μ. Γουάιερ. | Every man in Steel Harbor dreams about Barb Wire. |
#Στη βάση ενός καταρράκτη που ονειρεύεται κι αυτός επίσης | By a waterfall he's dreaming, too |
#Σε έναν καταρράκτη που ονειρεύεται επίσης | By a waterfall he's dreaming, too |
#Σε έναν καταρράκτη που ονειρεύεται κι αυτός επίσης | By a waterfall he's dreaming, too |
Γιατί όχι; Πιθανόν να υπάρχουν περισσότερα στον ουρανό και στη γη... απ' όσα ονειρεύεται η ψυχιατρική σας. | Possibly there are more things in heaven and earth than are dreamed of... in your psychiatry, Mr Garth. |
Σαν τα μέρη που ονειρευόμαστε. | Like a place in a dream. |
Μπα, ονειρευόμαστε ξύπνιοι, Τζέιμι. | No, no. We're just daydreaming, Jamie. |
Αρχίζουμε να ονειρευόμαστε, με την φωνή μιας γυναίκας, έτσι δεν είναι; | You start dreaming, listening to a woman's voice, don't you? |
'Ισως όταν ονειρευόμαστε, χωρίς να το ξέρουμε. | Maybe that happens when you don't realize you're dreaming. |
Και μετά να ονειρευόμαστε. | And then dreaming. |
Τους δίνω αυτά τα μικρά χάπια και κοιμούνται και ονειρεύονται σε όλο το ταξίδι και δεν χάνουν ποτέ ούτε κιλό. | I give them one of these little pills. They sleep and dream all the way across, never lose a pound. |
Όλοι ονειρεύονται. | Everyone dreams. |
Καμμία απαίτηση δεν είναι υπερβολική otan kaneis mia eyxh sta asteria όπως κάνουν όλοι όσοι ονειρεύονται | No request is too extreme When you wish upon a star As dreamers do |
Είσαι γυναίκα που κάνει τους άνδρες να ονειρεύονται. | You are a woman to make men dream. |
Λέει ότι οι νεαροί μας αναγνώστες ονειρεύονται να γίνουν Πρόεδροι. | Says our young readers dream of being president. |
Όταν θα κοιμηθώ, θα ονειρευτώ τον Ζορό. | When I sleep, I will dream of Zorro. |
Κι εσύ θα ονειρευτείς, αυτό το όνειρο! | And you will dream that dream. |
Σ'αυτό το όνειρο, θα ονειρευτείς πως όλα είναι και πάλι εντάξει. Ονειρεύσου πως έχουν φύγει οι εξωγήινοι, από την Σελήνη... | In this dream you will dream everything is OK dream the aliens off the Moon. |
Κι όσον αφορά εσένα απόψε θα κοιμηθείς και θα ονειρευτείς έναν κόσμο πολύ καλύτερο απ' αυτόν. Έναν κόσμο χωρίς κακό. Χωρίς δαίμονες. | I will make sure whoever harmed your brother will suffer, and as for you, tonight, you will sleep, and you will dream of a world far better than this one, a world where there is no evil, no demons, |
Ο Αυξητής μου, διασφαλίζει πως ο ασθενής μου θα ονειρευτεί... υποκινώντας και ενισχύοντας... την δραστηριότητά του, κατά το στάδιο των ονείρων του. | My Augmentor here merely insures that my patient will dream by instigating and reinforcing his own dream-state activity. |
Ούτε καν ονειρεύτηκα καμία. | Didn't even dream of one. |
Έχουμε κάνει πρόβες εδώ και 5 βδομάδες, ή το ονειρεύτηκα; | Have we been rehearsing for five weeks, or did I dream it? |
Ποτέ δεν ονειρεύτηκα ένα τέτοιο πράγμα. | I never dreamed of such a thing. |
Ίσως να το ονειρεύτηκα όσο κοιμώμουν. | Maybe I dreamed when I was asleep. |
Μάλλον κάποια που ονειρεύτηκα, όταν ήμουν στον αιθέρα. | She's probably someone I dreamed about when I was in the ether. |
Ίσως να αποκοιμήθηκες και να ονειρεύτηκες. | Perhaps you fell asleep, and dreamed. |
Παρά ταύτα, μερικά πραγματοποιούνται, κι ας μην τα ονειρεύτηκες ποτέ. | Still, some things come true that you've never dreamed of. |
Μόλις νομίσεις πως το ονειρεύτηκες, ξανάρχεται. | - No. Just when you begin to think you dreamt it, it comes again. |
Μη θυμώσεις, αλλά εγώ δεν είμαι έτσι όπως με ονειρεύτηκες. | Don't be angry, but I'm not the way you dreamed. |
Τι ονειρεύτηκες; | - What did you dream? |
Τάνια, βλέπεις κάτι που κανείς δεν ονειρεύτηκε καν ότι υπάρχει. | Tanya, think of it-- You're seeing something That nobody ever dreamed existed. |
Ποτέ δεν ονειρεύτηκε κάτι τόσο υπέροχο, το ότι θα ερχόσουν. | I never dreamed of anything so wonderful as your bringing them yourself. |
Επειδή ονειρεύτηκε δυο φορές τον θάνατό σου. | Because he dreamed twice about your dying. |
Δεν μπορούν να τον πιάσουν επειδή σου είπε τι ονειρεύτηκε. | They can't arrest a man just because he told you his dreams. |
Δεν θα με σταματήσει τίποτα... ώσπου να γίνω ο αφέντης του ζωντανού και νοήμονος πλάσματος... που ονειρεύτηκε να δημιουργήσει ο πατέρας. | I'll not be halted by anything... till I'm the complete master of this living, breathing, intelligent creature... my father dreamed of creating. |
Το μέρος που ονειρευτήκαμε και μιλάγαμε συνέχεια. | The place we've dreamed and talked about. |
Αλλά όχι μια τέτοια ειρήνη, όπως την ονειρευτήκαμε. | But not such a peace as we dreamed. |
Το ονειρευτήκαμε, δεν έγινε, ε; | I know it was a dream and therefore did not, right? |
Γιατί... εσύ κι εγώ ονειρευτήκαμε τα όνειρά μας. | Because...you and I have dreamed our dreams. |
Λοιπόν, θα το κατασκευάσουμε αυτό το αμάξι αυτό που ονειρευτήκαμε, ακριβώς...όπως το θέλουμε! | We're going to build that car, the one we dreamed of, exactly the way we want it. |
Χόρεψε και ονειρέψου. | Dance and dream. |
Πήγαινε για ύπνο, και ονειρέψου τον σκακιστή σου. | Go to bed and dream about your chess man. |
κι εκείνος μου έλεγε, "Κοιμήσου, βρομιάρη τράγε, κι ονειρέψου την". | and he said to me. "Go to sleep, you filthy goat, and dream about her." |
Κοιμήσου και ονειρέψου το σχοινί... να σφίγγεται γύρω από το λαιμό της μητέρας μου. | Sleep and dream of the rope tightening about my mother's neck. |
Κάνε όνειρα εσύ μ' αυτό . Και ονειρέψου ένα εξάσφαιρο για μένα. | While you're at it, dream up a few for me, will you? |