Το καλύτερο Δώρο που μου έδωσε εκείνη, είναι η θέληση να προχωράω μπροστά. Να ξεπερνάω τα πάντα. | The greatest gift she gave me... was the will to move on... to overcome. |
Στο Μητρικό σπίτι, μας είπαν να ξεπερνάμε συναισθήματα τέτοιου είδους... προσπαθώντας να βοηθήσουμε το άτομο. | At the Mother House, we were told to overcome feelings like this... by trying to help the person. |
Αυτοσχεδιάζουμε, προσαρμοζόμαστε και ξεπερνάμε τα εμπόδια. | lmprovise, modify, adapt, overcome. |
Με τη μουσική ξεπερνάμε τη θλίψη... και χαιρόμαστε τη ζωή. | Through music, we overcome our grief... and enjoy a happy life. |
θα ξεπεράσουμε ένα τεράστιο εμπόδιο... ...καιθα είμαστεέτοιμοι για τη Μέρα Απελευθέρωσης. | ...we will overcome a major obstacle... and be ready for Liberation Day. |
Με αυτό τον τρόπο θα ξεπεράσουμε τον φόβο δημόσιας ομιλίας. | And that way we will overcome or fear of public speaking. |
Το ξεπέρασες εύκολα; | Was it easy to overcome? Yes. |
- Πως το ξεπέρασες, Μάικλ; | How did you overcome it, Michael? |
Θα ζούσαμε στον ορίζοντα για μία ακόμη φορά και αυτός ο χειμερινός καταυλισμός θα ήταν το σπίτι μόνο των αναμνήσεων για τα πράγματα που φοβόμαστε τα πράγματα που ξεπεράσαμε και τα πράγματα που μάθαμε. | [ Morgan Narrating ] We'd be living on the horizon once again, and this winter camp would be home only to memories of things feared, things overcome and things learned. |