Αλλά μην ξεθωριάζεις σαν ξυλόγλυπτο. | But don't fade into the woodwork. |
Καλύτερα vα περάσεις με έvταση σε αυτόv τοv άλλο κόσμο, χορτάτος από τη δόξα κάποιου πάθους, από το vα ξεθωριάζεις και vα μαραίvεσαι σκυθρωπά με το πέρασμα τωv χρόvωv. | Better pass boldly into that other world, in the full glory of some passion, than fade and wither dismally with age. |
'Οτι η μαγεία ξεθωριάζει γιατί οι άνθρωποι ξεχνάνε. | That magic fades because people forget. |
- Όταν η ομορφιά ξεθωριάζει; | - When beauty fades? |
- Η ομορφιά ξεθωριάζει. | - Beauty fades. |
- Μετά από ένα μήνα, ξεθωριάζει το χρώμα. | - More than a month. It fades. |
- Το φως ξεθωριάζει τα χαρτιά. | - Daylight fades paper. |
Καθώς οι δράκοι πετούν πιο μακριά, αρχίζουμε να αργοσβήνουμε και να ξεθωριάζουμε. | As the dragons fly further away, we begin to dwindle and fade. |
Άλλη μια φορά, εποχές μην ξεθωριάζετε | One more time, oh seasons, fade not. |
" Όλοι ξεθωριάζουν με το χρόνο." | "Everyone fades away with time." |
" Τα πάντα φαίνονται να ξεθωριάζουν." | "Everything seems faded." |
" και τα ίχνη της μνήμης του ξεθωριάζουν από τον χρόνο | "like a dream, and the traces of his memory fade from time |
"Βλέπεις ότι δεν ξεθωριάζουν. | ""See to that they don "t fade. |
"Οι εφιάλτες μου άρχιζαν να ξεθωριάζουν" | "My nightmares began to fade |
Όμως, όταν μεγάλωσε, ξεθώριασα σαν φωτογραφία. | But as he grew 0lder, l faded like a ph0t0graph. |
"Η ιστορία του Πάτσι, μπορεί να ξεθώριασε μέσα στο μωσαϊκό της ιστορίας..." "αλλά η απόδειξη της μέρας, που το στόμα του Γοργόσαυρου..." "βρήκε στο κεφάλι ενός Παχυρινόσαυρου, εξακολουθεί να υπάρχει." | Patchi's story may have faded into the mosaic of history... but evidence of the day that a Gorgosaur's mouth... ran into a Pachyrhinosaufls head still exists. |
-Δεν ξεθώριασε. | -It's not faded. |
Όταν λες ξεθώριασε εννοείς ότι πραγματικά... εξαφανίστηκε; | When you say he faded, he actually... disappeared? |
Αλλά ακόμα κι αυτό ξεθώριασε. | Then even that faded. |
Για όσο χρειάζεται. - Μα η Ρία είπε ότι ο άντρας της ξεθώριασε σε λιγότερο από μια μέρα! | But Ria said her husband faded in less than a day! |
"Οι όρκοι που κάναμε ξεθώριασαν με τον χρόνο" | "our oaths to each other faded by time: |
Ίσως τα οράματα να ξεθώριασαν. | The visions may have faded. |
Δεν είχα δίκιο ότι οι ικανότητες σου ξεθώριασαν με τον χρόνο αλλά είμαι σίγουρος ότι η χρησιμότητα τους βασίζεται στην ικανότητά σου να εστιάζεις στα συναισθήματα σου. | - I know. I was not correct that your abilities faded over time, but I am certain that their utility is based on your ability to focus your emotions. |
Η μελαγχολία των περασμένων ημερών ξεθώριασαν σ' έναν λαμπερό ορίζοντα, καθώς πάνε ευτυχισμένοι στην δουλειά τους. | 'The blues of bygone days had faded into a prospect pink and bright 'as they marched happily to their work. |
Κοίτα, πώς ξεθώριασαν. | Oh, my God, they're so faded. |
Αν η οργή του λαού ξεθώριαζε, δεν θα υπήρχε χώρος για αυτήν την αδιάφορη προσέγγιση. | If the anger of the people was fading, there would be room for this complacent approach. |
Το χρώμα των ματιών τους ξεθώριαζε, μαζί με τις ακριβείς τοποθεσίες... των φακίδων και των λακακιών τους. | The colour oftheir eyes was fading, along with the locations ofmoles and dimples. |
- Έχει ξεθωριάσει λίγο. | So that's a... It's a little faded now. |
¶ πάρει ξεθωριάσει, να πάρετε προχειρότητα, και όλα πάνω στο σώμα του εν λόγω γκόμενα | ♪ Get faded, get sloppy, and all up in that chick's body |
Ένα μ' ένα ψάρι, που έχει ξεθωριάσει. | So, there's a fish one that's pretty faded. |
Έτσι κι αλλιώς, έχει ξεθωριάσει πολύ. | It was all faded anyway. |
Έχει ξεθωριάσει μπροστά στα μάτια μου και έχει φύγει έτσι απλά. | She faded before my very eyes and was gone just like that. |