Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Ξαρμυρίζω (resume) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
ξαρμυρίζω
ξαρμυρίζεις
ξαρμυρίζει
ξαρμυρίζουμε
ξαρμυρίζετε
ξαρμυρίζουν
Future tense
θα ξαρμυρίσω
θα ξαρμυρίσεις
θα ξαρμυρίσει
θα ξαρμυρίσουμε
θα ξαρμυρίσετε
θα ξαρμυρίσουν
Aorist past tense
ξαρμύρισα
ξαρμύρισες
ξαρμύρισε
ξαρμυρίσαμε
ξαρμυρίσατε
ξαρμύρισαν
Past cont. tense
ξαρμύριζα
ξαρμύριζες
ξαρμύριζε
ξαρμυρίζαμε
ξαρμυρίζατε
ξαρμύριζαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
ξαρμύριζε
ξαρμυρίζετε
Perfective imperative mood
ξαρμύρισε
ξαρμυρίστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

ξαλμυρίζω
disencumber

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'resume':

None found.