Αν άνθρωπος μαστίγωνε ποτέ σκύλο με τον τρόπο που μαστιγώνεις τον εαυτό σου, θα έμπαινε φυλακή. | If a man whipped a dog the way you whip yourself, he'd land in jail. |
Για να αγαπήσεις μια γυναίκα, δε χρειάζεται να τη μαστιγώνεις. | To love a woman, you don't have to whip her. |
Δεν θα ζήσεις έτσι που μαστιγώνεις τον εαυτό σου με κάθε εργασία που κάνεις. | You're not going to live the way you flog yourself every damn thing you do. |
Δεν μπορείς να μαστιγώνεις αυτά τα πουλιά, αν δεν Μείνετε χωριστά. | You can never whip these birds, if you don't keep you and them separate. |
Μην μαστιγώνεις τον εαυτό σου. Υπάρχουν πολλοί νέοι άνθρωποι εκεί έξω που το κάνουν ήδη αυτό. | Don't beat yourself up, too many other people out there doing that already. |
Διάλεξε παράξενη στιγμή, για να κάνει κοινωνική επίσκεψη, γιατί; Και γιατί ο Γιάνγκ τους μαστιγώνει και λέει "Ο Σεν Φου θα τους γιατρέψει"; | And why it does Yang whip them and say "The Shen Fu will cure them"? |
- Nolan, όχι δε μαστιγώνουμε, αξιωματικους. | -Nolan, we don't flog officers. |
Δεν στερούμε την ελευθερία, δεν τραυματίζουμε, μαστιγώνουμε... ή μαρκάρουμε έναν άνθρωπο από τα λεγόμενα ενός ατόμου. | We do not take away freedom, we do not injure, lash, brand a man because of what one person says. |
Πήρες του κολιέ σου. Δεν είμαστε σαν τον Σερίφη, δεν μαστιγώνουμε. | We are not the Sheriff, we do not horse-whip thieves. |
Κι αντίθετα με ότι σε έκαναν να πιστεύεις, δεν μαστίγωσε μέχρι θανάτου τον παππού σου. | And despite what you may have been led to believe, he did not flog your grandfather to death. |
Ο Βέρνον δεν μαστίγωσε τον παππού σου μέχρι θανάτου. | Vernon did not flog your grandfather to death. |
Αυτό δεν το θυμήθηκαν όταν με μαστίγωσαν, κύριε. | They didn't remember that when they flogged me, sir. |
Πάρτε τον και μαστιγώστε τον μέχρι να φανούν τα οστά του! | You govern in my name as my guardian... But I do govern! |