Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Μαντεύομαι (gild) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
μαντεύομαι
μαντεύεσαι
μαντεύεται
μαντευόμαστε
μαντεύεστε
μαντεύονται
Future tense
θα μαντευτώ
θα μαντευτείς
θα μαντευτεί
θα μαντευτούμε
θα μαντευτείτε
θα μαντευτούν
Aorist past tense
μαντεύτηκα
μαντεύτηκες
μαντεύτηκε
μαντευτήκαμε
μαντευτήκατε
μαντεύτηκαν
Past cont. tense
μαντευόμουν
μαντευόσουν
μαντευόταν
μαντευόμαστε
μαντευόσαστε
μαντεύονταν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
μαντεύου
μαντεύεστε
Perfective imperative mood
μαντέψου
μαντευτείτε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'gild':

None found.