Το κρέας θα μαγειρευτεί για όλους σύντομα. | The meat will be cooked for everyone soon. |
Είναι σαν να μαγειρεύτηκε η καρδιά στο στήθος του. | Looks like his heart was cooked right in his chest. |
Αν αμέσως ξέρεις πως το κερί είναι φωτιά, το φαγητό μαγειρεύτηκε καιρό πριν. | If you immediately know the candlelight is fire, the meal was cooked a long time ago. |
Επειδή μαγειρεύτηκε σε σκουπιδοτενεκέ δε σημαίνει ότι είναι σκουπίδι. | Just 'cause it was cooked in a garbage can don't make it garbage. |
Εάν αμέσως ξέρεις ότι το κερί άναψε, τότε το γεύμα μαγειρεύτηκε πολύ πριν. | If you immediately know candlelight is fire, then the meal was cooked long ago. |
Το βάθος της εκδοράς του δοντιού στο κρανίο υποδεικνύει ότι μαγειρεύτηκε. | The depth of the teeth scoring on this skull suggests that it was cooked. |