Γιατί εσύ έτσι λειτουργείς! | That's how you work! |
Huey, εσύ πρέπει να έρθεις μαζί μου επειδή πια δεν λειτουργείς αρκετά καλά ώστε να βοηθάς τον Dewey. | Huey, you have to come with me... ..because you're just not working well enough to help Dewey. |
Κύριε, όντως λειτουργείς με μυστήριο τρόπο. | Oh, Lord, you do work in mysterious ways. |
Για σένα όμως είναι πανεύκολο, δεν καταλαβαίνω πώς λειτουργείς. | I don't understand. I don't understand how your mind works. |
Πως το λειτουργείς αυτό; | How do you work this? |
Δεν προσποιούμαστε ότι έχουμε αγγίξει την τελειότητα, αλλά λειτουργούμε με σύστημα, και έχει αποτελέσματα. | We do not pretend to have achieved perfection, but we do have a system, and it works. |
Δεν θα λειτουργούμε... με ελάχιστη κατανάλωση, Κυβερνήτη. | We won't be working at minimum capacity, captain. |
-Δεν λειτουργούμε στο χρόνο. | - We will not work in time. |
Αμφιβάλλω ότι εμείς θά λειτουργούμε ακόμη, προτού να νικηθεί ολοκληρωτικά η Γερμανία. | l doubt that we'll even get it working, before Germany is totally defeated. |
Υπάρχει τόσο σκληρή ασφάλεια που δεν λειτουργούμε σωστά. | What's it to you? Our network is based on the mother ship. Security is too tight now. |
Και τα ψέματα δεν λειτουργούν μ`εμένα. | And lies don't work with me. |
Έχεις δέκα δάχτυλα, κι όλα τα νεύρα, όλοι οι μύες λειτουργούν τέλεια. | Ten fingers, every nerve, every muscle works perfectly. |
Τα εργοστάσια λειτουργούν ξανά. | The factories are working again. |
Και τα φτωχοκομεία, λειτουργούν ακόμα; | And the workhouses, are they still in operation? |
Δεv μπορείς vα έχεις χώρα στην οποiα θα λειτουργούν αυτοi οι κανόvες αν δεν έχεις ανθρώπους που υπε- ρασπίζοvται τα αvθρώπιvα δικαιώματα. | You're not going to have a country that can make these rules work if you haven't got men that have learned to tell human rights from a punch in the nose. |
- Ξέρεις το κοστούμι θα λειτουργήσει. | - You know the suit will work. |
Εννοείς, πιστεύουμε ότι θα λειτουργήσει. | - You mean, we think it will work. |
Ναι, νομίζω ότι αυτό θα λειτουργήσει. | Yes, I think this will work. |
Αυτό θα λειτουργήσει, ίσως. | "Well that will work .. maybe." |
Διευρύνοντας τους αψηφόντες την εξουσία εντός της Ρωσσίας θα λειτουργήσει επωφελώς για την Ιαπωνία. | Enlarging the defying power within Russia will work advantageously for Japan. |
- Οι νέες κεφαλές θα λειτουργήσουν καλά. | -Those new heads will work real good. |
Βλέπετε, τα όπλα σας θα λειτουργήσουν. | See, your weapons will work. |
Και είσαι σίγουρος ότι θα λειτουργήσουν οι πυροκροτητές, και θα αποτρέψουν την ελευθέρωση του αερίου Σέντοξ σε Ρωσικό έδαφος; | And you're sure that these-these-these detonators will work, that the Sentox gas will be released before it can be used against the Russians? |
Απλά δε λειτούργησες, για αυτό σε ανακαλούμε. | You just didn't work out, so you're being recalled. |
Tom λειτούργησε για μένα. | Tom worked for me. |
λειτούργησε θαύμα για μενα. | It worked miracles for me. |
Και λειτούργησε. | And it worked. |
Και λειτούργησε καλά, σωστά; | And it works out well, right? |
Δε λειτούργησε τώρα! | It didn't work now. |
Τα πάντα καταφέραμε όταν λειτουργήσαμε σαν ένα. | There was nothing we could not work through when we put our heads together. |