Δε θέλω να μάθω πώς να λαχανιάζω σαν σκύλος και να βλέπω σε βίντεο κάποια να βαρια- νασαίνει. | I don't wanna learn how to pant like a dog and watch a video of someone else's hoo-hah |
- Μην λαχανιάζεις. | - Stop panting. - I'm hot. |
Γιατί λαχανιάζεις; | - Yay! - Why are you panting? |
Δεν αναπνέεις σωστά, γι αυτό λαχανιάζεις. | You're not breathing right. That's why you're panting. |
Θα κάνεις δυο βήματα, και θα λαχανιάζεις για τέσσερα. | You will walk two steps, and pant for four. |
Όχι μόνο χορεύετε, εσείς... ιδρώνετε και λαχανιάζετε και καβαλάει ο ένας τον άλλον. | Not just dancing, you're... sweating and you're panting and you're straddling. |
Μετά από λίγες στροφές, λαχανιάζουν καί αγκομαχούν... | And after a few turns, they pant, they gasp, and they wheeze. - One has to give them smelling salts! |
Θυμάμαι πώς λαχάνιαζες κάτω από τη μάσκα, και πώς ο ιδρώτας σου... έσταζε στο δέρμα μου. | I remember how you were panting behind your mask, and how your sweat dripped on my skin. |
(γυναίκα) [κλάμα, λαχανιάζοντας] [ασθμαίνοντας] Είναι εντάξει. | (woman) [crying, gasping] [panting] It's okay. |