Εκατομμύρια έχουν πετάξει εδώ για να αποφύγουν τη ζέστη και κουρνιάζουν ανάμεσα στα βράχια. | Millions have flown up here to escape the heat of the lowlands and they're now roosting among the rocks. |
Λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη ποσότητα του δείγματος, το αυτοκίνητο πρέπει να βρέθηκε κοντά σε σημείο που κουρνιάζουν νυχτερίδες. | Considering the large amount of the sample, the car must've been driven near a bat roosting spot. |
Πάντα έλεγε ότι ο καρκίνος είναι όπως οι κότες του που έρχονταν και κουρνιάζουν επειδή δεν πιστεύει στα δάκρυα. | big daddy always saidcancer was just his chickenscoming home to roost 'cause he didn't believein tears. |
Οι παμπουίνοι της σαβάννας περιφέ- ρονται στον δασότοπο σε αγέλες, κουρνιάζοντας στα δέντρα την νύχτα. | Savanna baboons roam the woodlands in troops, roosting in trees by night. |