Κληροδοτώ (bequeath) conjugation

Greek
19 examples

Conjugation of eiti

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
κληροδοτώ
I bequeath
κληροδοτείς
you bequeath
κληροδοτεί
he/she bequeaths
κληροδοτούμε
we bequeath
κληροδοτείτε
you all bequeath
κληροδοτούν
they bequeath
Future tense
θα κληροδοτήσω
I will bequeath
θα κληροδοτήσεις
you will bequeath
θα κληροδοτήσει
he/she will bequeath
θα κληροδοτήσουμε
we will bequeath
θα κληροδοτήσετε
you all will bequeath
θα κληροδοτήσουν
they will bequeath
Aorist past tense
κληροδότησα
I bequeathed
κληροδότησες
you bequeathed
κληροδότησε
he/she bequeathed
κληροδοτήσαμε
we bequeathed
κληροδοτήσατε
you all bequeathed
κληροδότησαν
they bequeathed
Past cont. tense
κληροδοτούσα
I was bequeathing
κληροδοτούσες
you were bequeathing
κληροδοτούσε
he/she was bequeathing
κληροδοτούσαμε
we were bequeathing
κληροδοτούσατε
you all were bequeathing
κληροδοτούσαν
they were bequeathing
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
κληροδότει
be bequeathing
κληροδοτείτε
bequeath
Perfective imperative mood
κληροδότησε
bequeath
κληροδοτήστε
bequeath

Examples of κληροδοτώ

Example in GreekTranslation in English
Το θέμα είναι σε ποιόν τα κληροδοτείς όλα.It's whom you bequeath all of it to.
Φλωροκαπνισμένη πέτρα εδώ και καιρό. Μου κληροδοτείς τα απέραντα αυλάκια της ύπαρξης.Gilded stone of yore, bequeath unto me your vast swaths of being.
'λλοι δικαστές αφήνουν ανεξέλεγκτους τους δικηγόρους τους, αλλά στη δική μου αίθουσα το Δικαστήριο Διαθηκών που μου ανατέθηκε, θα συγκρατήσετε τους εαυτούς σας. Τώρα, η μία διαθήκη κληροδοτεί $24.000.000 της περιουσίας στην κα 'σμπαου.Now, one will bequeaths the $24 million in personal property to Mrs. Ashbaugh.
Αποδίδει και κληροδοτεί τον βωμό του παρεκκλησιού των Μπιουλαίρ...He gives and bequeaths to the high altar of the chapel of Bulaire...
Η άλλη διαθήκη, κληροδοτεί περιουσία στο φιλανθρωπικό ίδρυμα The Smile Train και... στην Αλίσια Φλόρικ.The other will, uh, bequeaths the assets to the Smile Train charity and... Alicia Florrick.
Η διαθήκη κληροδοτεί ολόκληρη την περιουσία των.. 250.000 δολάριων στον χαμένο του ανηψιό, Έγκμπερτ Νόρτον... αλλά αναφέρει ότι σε περίπτωση που δεν εντοπιστεί... όλη η περιουσία θα πάει στο δημόσιο για την ανέγερση νέου ζωολογικού κήπου.The will bequeaths his entire fortune of $250,000 to his missing nephew, Egbert Norton but provides that in case he is not located the entire estate goes to the city for the erection of a new zoo.
Στο Συμβούλιο Τέχνης Μητρόπολης, ο κ. Λούθορ κληροδοτεί $50,000.To the Metropolis Arts Council, Mr. Luthor bequeaths the sum of $50,000.
"Τι είδους κυβέρνηση μας κληροδοτείτε";"what manner of government have you bequeathed us?"
-Όπως γνωρίζετε... η κυρία Λακρουά κληροδότησε κάτι στον κύριο Σίνγκερ.As you know, Mrs. Lacroix bequeathed something to your Mr. Singer.
Ήταν καταδικασμένος να αποτύχει... και κληροδότησε αυτή την αποτυχία στους γιους του.He was doomed to fail, and he bequeathed that failure to his sons.
Δεν είχα συνειδητοποιήσει, ότι με κληροδότησε σε σένα.I did not realize I was bequeathed to you.
Επωφελείσαι από την υπέροχη κληρονομία των 4 δις χρόνων που σου κληροδότησε η Γη.You benefit from a fabulous 4-billion-year-old legacy bequeathed by the Earth.
Η μητέρα μας διέθετε ένα αξιοσημείωτο χρηματικό εισόδημα όχι μικρότερο από χίλιες λίρες τον χρόνο και το κληροδότησε ολόκληρο στον Δρ. Ρόιλοτ για όσο θα μέναμε μαζί του.Our mother had a considerable sum of money - not less than a thousand a year - and this she bequeathed to Dr. Roylott entirely while we resided with him.
Τα εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες κλισέ και χιλιοειπωμένες εκφράσεις που κληροδοτήσαμε είναι ένας υπέροχος θησαυρός ανθρώπινων γνώσεων.The hundreds, perhaps thousands... of such clichés and hackneyed expressions... that our language has bequeathed us... are a stunning treasure trove of human insight and knowledge.
Μια μέρα θα καθαρίσω αυτή τη Ρώμη που μου κληροδότησαν.One day I shall cleanse this Rome which my fathers bequeathed me.
Οι Βίκινγκς μας κληροδότησαν ένα μέρος του πολιτιστικού μας DNA το οποίο είναι αγριότερο, σκοτεινότερο, πιο μυστηριώδες από οτιδήποτε το οποίο είχε σχέση με τη Ρώμη.The Vikings bequeathed to us a part of our cultural DNA that's wilder, darker, more mysterious than anything that was to be had from Rome.
Είχα κληροδοτήσει ένα μεγάλο ποσό στην εκκλησία μας στη διαθήκη μου.I bequeathed a large sum to our church in my will.
Κι ενώ οι υπόλοιποι υπηρέτες περίμεναν να λάβουν δώρα του Βασιλιά .... ο Βασιλιάς τα είχε ήδη κληροδοτήσει.While the other servants waited to receive gifts the king had bequeathed.
Οπότε έχω το ευτυχές καθήκον να σας ενημερώσω,Κυρία Γουίλσον, ...ότι ο κ. Σμίθ σας έχει κληροδοτήσει με το ποσό των..πέντε εκατομμυρίων λιρών.So it is my happy duty to inform you, Ms Wilson, that Mr Smith has actually bequeathed you the sum of...five million pounds.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'bequeath':

None found.
Learning Greek?