'ρχισα να κατηγορώ εσένα γι' αυτό. | I just... I started to blame you for it. |
- Δε σε κατηγορώ για τίποτα. | -...to blame their parents for. |
- Μόνο εμένα κατηγορώ... | I got nobody to blame but myself, I... |
- Ναι, προτιμώ να τον κατηγορώ. | - Yes, I choose to blame Jess. |
"Είμαι σίγουρη ότι κατηγορείς τον εαυτό σου" | "I am sure you will blame yourself" |
"Μην κατηγορείς την αυγή που φέρνει δυσκολίες και δουλειά". "Είναι όμορφο να φροντίζεις αυτούς που αγαπάς". | Don't blame the morn it brings toil and labor It's nice to care for people one loves |
"Μην κατηγορείς τον εαυτό σου". | "Oh, you mustn't blame yourself." |
'Ο, τι κι αν πω, προτιμάς να κατηγορείς τον Τζες; | No matter what, you're going to choose to blame Jess? |
- Άκου... κανένας δεν σε κατηγορεί. | Hey, listen, nobody blames you. |
- Αλλά κατηγορεί τον Αποστάτη. | - But she blames the Renegade. |
- Για το οποίο με κατηγορεί. | Which he blames me for. |
- Γιατί κατηγορεί τις παρθένες; | - That she blames the virgins? |
"Δεν είναι ότι κατηγορούμε, εσένα Γκλόρια". | "lt's not like we blame you, Gloria." |
'ρα ποιον κατηγορούμε; Την κότα ή το μάγειρα; | So who do we blame - the hen or the cook? |
'ρνηση ή κατηγορούμε κάποιον άλλον; | Complete denial or blame someone else? |
- Όχι ότι κατηγορούμε κανέναν. | Not that we're assigning blame. Okay. It was awful. |
"Μην κατηγορείτε εμένα. | "Don't blame me. |
"Μην κατηγορείτε τα παιδιά." | "Don't blame the kids." |
"Μην κατηγορείτε τα παιδιά. | 'Don't blame the children. |
- Δε θέλω να κατηγορείτε εμάς. | - I don't want you to blame us for it. |
"... εκατοντάδες οικογένειες κατηγορούν το εμβόλιο MMR για πρόκληση αυτισμού, εγκεφαλικής βλάβης και μηνιγγίτιδας". | Hundreds of families blame the MMR vaccines for autism, brain damage and meningitis. |
"Και όλοι κατηγορούν τη Radha..." | "And everybody blames it on Radha." |
'Ισως τον κατηγορούν. | Maybe they blame him. |
'Οταν γίνεται έγκλημα, κατηγορούν αυτό το πλάσμα. | When there's a crime, they blame the fiend. |
-Σε κατηγόρησα για πολλά, αλλά ποτέ δεν θέλησα,να σε πληγώσω. | I must have blamed you for so many things. But I never meant to hurt you. |
Tην κατηγόρησα σε μια ασθένεια. | I blamed it on an illness. |
Όπως ένιωσα την τρελή ανάγκη να ξεφύγω, κατηγόρησα την επιπεφυκίτιδα. | As I felt the crazy creeping in, I blamed conjunctivitis. |
Όπως σήμερα, κατηγόρησα τον πατέρα μου για κάτι που δεν μπορεί να έκανε. | Like today, I blamed my dad for something that he couldn't possibly have done. Sure. |
Όταν οι αστυνομικοί το έμαθαν, τους σκότωσες και κατηγόρησες εκείνον. | When the investigating officers found out about it you killed them and blamed it on him. |
Από τότε που μου έκλεψες τη φιγούρα του Μπάτμαν και κατηγόρησες έναν χοντρό. | Since you stole my Lando Calrissian action figure and blamed it on the fat kid. (All chuckling) |
Αυτομαχαιρώθηκες και κατηγόρησες τον Μάικ, και αυτό θα τους συνταράξει; | You stabbed yourself and blamed Mike, and this will blow their minds? |
Δεν ήξερα αν ήθελες να μάθεις νέα μου μετά από όσα με κατηγόρησες, μην πεις ότι δεν το έκανες. | I didn't know if you'd want to hear from me... the way you blamed me for things. Don't say you didn't. |
- Δεν με κατηγόρησε ποτέ. | He never blamed me. |
- Και κατηγόρησε την κόρη του; | - And blamed his daughter? |
- Και ο Πίρς πεθαίνει και η 'ννυ τρελάθηκε και κατηγόρησε εσένα που έριξες το ζάρι. | And Pierce died, and Annie went insane, and he blamed it all on you throwing some dice. |
- Κατηγόρησε εσάς; Όχι, κατηγόρησε την κυβέρνηση, αλλά ξέσπασε πάνω μου. | No, he blamed the government, but took it out on me. |
Άδικα τον κατηγορήσαμε. | We blamed the guy for nothing. |
Αυτό που ορκιζόσουν ότι δεν έσπασες... και μετά κατηγορήσαμε την Εσπεράντζα και την απολύσαμε... και έκλεψε μια γαλοπούλα για να ταΐσει την οικογένεια της... και την απέλασαν; | The one you swore you didn't break, and then we blamed Esperanza and fired her... and she stole a turkey at Thanksgiving for her family and got deported? |
Βασικά κατηγορήσαμε τον Νόλαν. | No, actually, we blamed it on Nolan. |
Εννοείται ότι κατηγορήσαμε τους Ιρλανδούς. | Naturally, we blamed it on the Irish. |
- Και κατηγορήσατε τον Ντέιβιντ; | - So you blamed it on David? |
Με κατηγορήσατε για το θάνατο των Γκλήσον και Σμιθ... Αλλά να η απόδειξη ότι δεν ήταν θύματα της ανυπομονησίας μου... Αλλά εσκεμμένου σαμποτάζ. | You blamed me for the death of Gleason and Smith but here is positive proof that those men were victims not of my impatience, but of deliberate sabotage. |
-Σας κατηγόρησαν για τον πόλεμο. | - Then you got blamed for the war. |
23 άνθρωποι πέθαναν στην φωτιά και όλοι κατηγόρησαν τον πατέρα μου γι' αυτό. | 23 people burned to the crisp. Everybody blamed my dad for it. |
Ήταν νηφάλιος για πολλά χρόνια, αλλά πολλοί τον κατηγόρησαν για ότι έγινε. | I mean, sober for years, as far as I knew, but a lot of people blamed him afterwards. |
Όλοι κατηγόρησαν εκείνη την άμοιρη γυναίκα. | Everybody blamed that poor woman. |
Ακούγεται τρελό, αλλά... νομίζω ότι έγινε επειδή κατηγορούσα τον εαυτό μου... που δεν ήμουν στο λεωφορείο εκείνη την μέρα και για ό,τι έκανα με τον Μπεν. | It sounds crazy, but... I-I think maybe it was because I was blaming myself... for not being on the bus with you that day and for what I did with Ben. |
Αν ακούστηκα σαν να σε κατηγορούσα πιο πριν για τον Τζέσι. | If it sounded like I was blaming you earlier about jesse. |
Και τόσο καιρό κατηγορούσα την εφημερίδα "ΝάιΚουιλ". | I knew it. And all this time I was blaming the NyQuil. |
Μου είπατε ότι σας κατηγορούσα για τις δικές μου πράξεις, ότι δεν έκανα μόνο υπεξαίρεση αλλά το κάλυπτα κιόλας. | You told me that I was blaming you for my own actions. I wasn't just embezzling, but I also tried to cover it up. |
Καλά, δέχομαι την συγγνώμη σου, αν με κατηγορούσες, που δε νομίζω να το έκανες. | Well, I accept your apology- if you were blaming me, which I'm not sure you were. |
Την κατηγορούσες που ήρθα εδώ και ήθελα να κάνω | It seemed like you were blaming her because I moved in so I wanted to do |
Ήταν σαν να με κατηγορούσε. | It was as if he was blaming me. |
Η επιτροπή Kefauver με κατηγορούσε ότι συνέβαλα στην νεανική παραβατικότητα επειδή ένα αγόρι αυτοκτόνησε κοιτώντας μια φωτογραφία μου με bondage. | The Kefauver committee was blaming me for contributing to juvenile delinquency because this boy killed himself looking at one of my bondage pictures. |
Τον κατηγορούσε για την έκρηξη. | He was blaming him for the explosion. |
Κι οι δυο κατηγορούσαμε τον εαυτό μας για τα προβλήματά σου κι έτσι κατάφερα να δω μια άλλη πλευρά της μαμάς σου. | Both of us were blaming ourselves for your problems, and I really got to see a different side to your mom. Is this a secret side? |
Αρχικά νόμιζα πως κατηγορούσαν την Έμμα για κάτι. | Well, at first I thought they were blaming Emma for something. |
Είπε ότι άκουγε φωνές που τον κατηγορούσαν για μια φωτιά, και με χρειαζόταν, για να τις διώξει. | He said... He said voices were blaming him for a fire, and he needed me to get rid of them. |
Αν δεν πάει καλά, κατηγορήστε εμένα." | If it doesn't, blame me." |
Αν η φιλία μου με την Τζέιν την βλάπτει, τότε, κατηγορήστε εμένα, όχι εκείνη. | Is Jane's friendship with me hurting her? - Because if it is, blame me, not her. |
Αν θέλετε να κατηγορήσετε κάποιον, κατηγορήστε εμένα. | You--you want to blame someone, blame me. |
Αν θέλετε να κατηγορήσετε κάποιον, κατηγορήστε τον τρελάρα, τον Δρ Κούριαν. | If you want to blame somebody, blame that nutjob Doctor Kurian. |
- Θα τον είχαν κατηγορήσει. | -They would have blamed him. |
Έχουμε καταδικάσει, κατηγορήσει, και εξαναγκάσει την γνώμη μας στους άλλους για πάρα πολύ καιρό, και δεν λειτουργεί. | We've condemned and blamed and bludgeoned our opinion on others for too long. It isn't working. |
Ακόμα χειρότερα, μπορεί να μάς κατηγορήσουν για όλα τα πτώματα εδώ μέσα... και να μάς κατηγορήσει το αφεντικό, ότι κάναμε παραπάνω φόνους απ' ότι έπρεπε! | Even worse, we might get blamed for every corpse in here. And boss would chaff us to the hill and account the unnecessary roughness. |
Αλλά έχετε κατηγορήσει τον εαυτό σας πάντα. | But you've always blamed yourself. |
Ίσως να καβγάδισαν, να αγρίεψε η φάση και προσπαθούν να τα καλύψουν κατηγορώντας το άρρωστο κορίτσι. | You know, maybe... maybe they had a fight, it got violent... and now they're trying to cover it up by blaming it on the sick girl. |
Ίσως να σπαταλήσατε ολόκληρη τη μίζερη ζωή σας... κατηγορώντας τους άλλους για τα λάθη σας. | You've probably spent your entire miserable life... blaming other people for all the mistakes you've made. |
Όταν το καθήκον μετατρέπεται σε έγκλημα και δεν μπορουμε πλέον να δικαιολογηθουμε, κατηγορώντας τους ηγέτες ; | When duty turns into crime and can no longer be excused by blaming the leaders? |
Ακόμα μου στέλνει επιστολές κατηγορώντας με για την έκβαση της υπόθεσης της κόρης του. | I still get letters from him blaming me for the outcome of his daughter's case. |