Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Καλομετρώ (do) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
καλομετρώ
καλομετράς
καλομετρά
καλομετρούμε
καλομετράτε
καλομετρούν
Future tense
θα καλομετρήσω
θα καλομετρήσεις
θα καλομετρήσει
θα καλομετρήσουμε
θα καλομετρήσετε
θα καλομετρήσουν
Aorist past tense
καλομέτρησα
καλομέτρησες
καλομέτρησε
καλομετρήσαμε
καλομετρήσατε
καλομέτρησαν
Past cont. tense
καλομετρούσα
καλομετρούσες
καλομετρούσε
καλομετρούσαμε
καλομετρούσατε
καλομετρούσαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
καλομέτρα
καλομετράτε
Perfective imperative mood
καλομέτρησε
καλομετρήστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'do':

None found.