Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Καθυστερώ (delay) conjugation

Greek
18 examples
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
καθυστερώ
καθυστερείς
καθυστερεί
καθυστερούμε
καθυστερείτε
καθυστερούν
Future tense
θα καθυστερήσω
θα καθυστερήσεις
θα καθυστερήσει
θα καθυστερήσουμε
θα καθυστερήσετε
θα καθυστερήσουν
Aorist past tense
καθυστερησα
καθυστερησες
καθυστερησε
κάθυστερησαμε
κάθυστερησατε
καθυστερησα
Past cont. tense
καθυστερούσα
καθυστερούσες
καθυστερούσε
καθυστερούσαμε
καθυστερούσατε
καθυστερούσαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
καθυστέρσου
καθυστερήστε
Perfective imperative mood
να καθυστερείς
καθυστερείτε

Examples of καθυστερώ

Example in GreekTranslation in English
Δεν υπάρχει λόγος να καθυστερώ Όλα τακτοποιήθηκαν.There's no reason to delay. Everything has been done.
Ω, συγνώμη Σελέστ. Δεν πρέπει να καθυστερούμε την μαγείρισσα του εφημέριου.We must not delay the Curate's cook.
Δε μπορούμε να το καθυστερούμε άλλο.We can't afford delay, Baron.
Ας μη καθυστερούμε.Come on, let's not delay here.
- Τότε να μην καθυστερούμε.-Then we cannot delay.
Γιατί να καθυστερούμε;Why delay any longer?
Οι συμβουλές καθυστερούν.Advices are delayed.
Συνέχιζαν να καθυστερούν τον εχθρό... ώσπου γίναμε δυνατοί, για να τους χτυπήσουμε σκληρότερα.They delayed the enemy and kept delaying them until we got strong enough to hit them harder.
Δεν τους αρέσει να καθυστερούν.They don't like being delayed.
Μπορεί να καθυστερούν σκόπιμα.They delay deliberately.
Ξέρετε πως οι επικοινωνίες καθυστερούν και συχνά αλλοιώνονται τελευταία.As you know, communications have been delayed and frequently garbled lately.
. Εκείνη την ώρα η φωτεινότητά του θα είναι ισχυρή, όμως αυτός θα καθυστερήσει τη λήψη αντίδοτου, ελπίζοντας να έχει την ευκαιρία... να χρησιμοποιήσει την φονική ικανότητά του πάνω στον Drake και σε μένα.At that time his luminosity will be strong, as he will delay taking the counteractive, hoping for a chance to use his deadliness upon Drake and me.
Συγνωμη που σας καθυστερησα.Sorry to have delayed you.
Το πυροβολικο τους καθυστερησε προσωρινα.Artillery's delayed them temporarily.
H ομιλια του Greenspan καθυστερησε μετα απο τη συνελευση του FOΜC.Greenspan's speech was delayed after the FOMC meeting.
το προγραμμα ωορηξιας μου,καθυστερησε λογω της πανσελληνου,ετσι κι αλλιως.My ovulation schedule is delayed because of the full moon anyway.
Δυστυχως ο αντρας σας,καθυστερησε στην Γαζα..ειμαι ο Ταρεκ ...αξιωματουχος στον ΟΗΕ..Unfortunately your husband has been delayed in Gaza. I'm Tareq. His security officer at the United Nations.
Ετσι η προοδος σου στο αισθηματικο και πνευματικο σταδιο της εφηβιας καθυστερησε.So your progression through the emotional and mental stages of puberty was delayed.

More Greek verbs

Related

υστερώ
lag behind

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'delay':

None found.