Γιατί δεν γεννήθηκα μόνο για να θεραπεύω τους αρρώστους... αλλά και για να καθοδηγώ, να ηγούμαι και να κυβερνώ! | Because I was born not only to heal the sick, but to guide and to lead and to rule! |
Έχεις τελειώσει το σχολείο και δεν μπορώ να είμαι πάντα εκεί να σε καθοδηγώ. | You're out of school and I can't always be there to guide you. |
Όταν κατάλαβα, ότι δεν θα ήμουν πάντα εδώ, για να σε καθοδηγώ... ήξερα, ότι θα χρειαζόμουν έναν τρόπο για να επικοινωνούμε, και το πιο σημαντικό, να σε διαβεβαιώσω ότι δεν θα ήσουν ποτέ μόνος. | When I knew that I would not always be here to guide you, I knew I'd need a way to communicate, and more importantly... assure you that you would never be alone. |
Θα με καθοδηγείς, επειδή δεν ξέρω την περιοχή. | You'll guide me, because I don't know the area. |
Θα τους συμβουλεύειες και θα τους καθοδηγείς, έτσι ώστε να πράττουν το καλύτερο για την Αγγλία. | You will lead and guide them in the ways that are best for England. |
Ξέρω πως το καθήκον σου είναι να κηρύττεις και καθοδηγείς τους ανθρώπους. | I know that your duty is to preach and guide people. |
Μπορείς να παραμείνεις εδώ μετά τον θάνατό μου... και να τους καθοδηγείς. | You could stay on here after I have gone... and help guide them. |
Και μας καθοδηγείς στις προκλήσεις, τους φόβους και τα όνειρά μας. | And guide us through our challenges, fears, and dreams. Amen. |
Θα σας καθοδηγούμε εμείς με ανιχνευτές. | We will guide you through using scanners. |
Η δουλειά μας είναι να δείχνουμε τις ειδήσεις,... όχι να τις δημιουργούμε, ούτε να τις καθοδηγούμε. | Our job is to report the news, not to make it or guide it. |
Διάολε, είσαι τόσο τυχερή που έχεις εμάς να σε καθοδηγούμε. | Damn, you are so lucky you have us to guide you. |
Δεν είμαστε υποχρεωμένοι σαν Δάσκαλοι να καθοδηγούμε πρώτα τους δικούς μας μαθητές; | As Masters, aren't we are obligated to guide our own disciples first? |
Έχουμε την ευθύνη να καθοδηγούμε έναν νέο, έτσι ώστε να μην καταλήγει... διαλυμένος... να καταρρέει να νιώθει ασήμαντος. | We have such a responsibility to guide our young so that they don't end up falling apart. Falling by the way side. Becoming insignificant. |
Από τα δεδομένα, και από την φωτογραφία που τράβηξε απόψε η αεροπορία, αυτό είναι το κύριο σκάφος. Οι παρατηρητές τους, τους καθοδηγούν. | From the data, and that picture the Air Force took tonight, this is the original pilot ship its observations guided the others down |
Ο Τόμας Σώγιερ και ο νεαρός που όλοι μας ξέρουμε κι αγαπάμε ως Χάκλμπερι Φιν, ...ένα παιδί που πορεύτηκε μόνο του στον κόσμο αυτό χωρίς το προνόμιο να τον καθοδηγούν οι γονείς του δεν είναι πια εδώ δεν είναι πια ανάμεσά μας, πάνω στο άνθος της νιότης τους. Η απώλειά τους μας κάνει πολύ φτωχότερους. Στάθηκα τυχερός που γνώρισα τον Τομ Σώγιερ. | Thomas Sawyer and the lad we've all come to know and love as Huckleberry Finn, a boy who made his own way in the world, without the benefit of a mother or father to guide him, gone... gone from our midst, taken in the spring of their bloom. |
Οι εμπειρίες μας, μας καθοδηγούν. | We use past experience to help guide us. |
Εσύ είσαι η ανάσταση και η ζωή, η ανάπαυση... η χαρά, η παρηγοριά και ο Παράδεισος... μετά των Αγίων σου όλων... παρουσία του Χριστού και των χεριών που μας αγκαλιάζουν... και μας καθοδηγούν όλους με αγάπη. | Thou art life and rest, refreshment... joy and consolation and paradise and in companionship... of the saints... in the presence of Christ and the hands that hold... all guide with love. |
Είθε οι Προφήτες να σε καθοδηγούν. | Blessings on the Kai. May the Prophets guide you. |
"Η μνήμη της Δόνας θα καθοδηγήσει την απάντησή μου." | "Madonna's memory will guide my answer." |
Τι θα καθοδηγήσει αυτή τη συντριπτική αλλαγή; | What will guide this massive change? |
Αυτή η σφαίρα θα καθοδηγήσει τον Αναζητητή. | This orb will guide the Seeker's way. |
Δεν χρειάζεται να ρωτήσετε ποιος θα καθοδηγήσει την οικογένειά μου γιατί με τη χάρη του Θεού, θα το κάνω εγώ. | You don't have to ask who will guide my family because by God's grace, I will. |
Και ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι ένας σάτυρος που θα καθοδηγήσει ένα μισό-αίματος σε αυτή την αναζήτηση. | And therefore, it must be a satyr who will guide a half-blood on this quest. |
Γι 'αυτό σε καθοδήγησα και σε προστάτευσα. | So I guided and protected you. |
Έκανε την ελεγχόμενη αναπνοή, όπως του είχα προτείνει και ανέβηκα πάνω του και τον καθοδήγησα αρκετά εύκολα. | He did the controlled breathing as I suggested and I was able to get on top and guide him in quite easily. |
Έτσι, τον πήρα απ' το χεράκι και τον καθοδήγησα μέχρι τέλους. | So, I guided him, took his hand every step of the way. |
Απλά τον καθοδήγησα. | I gently guided him. |
Σε καθοδήγησα όσο μπορούσα αλλά κάποια πράγματα πρέπει να τα δεις ο ίδιος. | I have done my best to guide you but there are some things that you must see for yourself. |
Με καθοδήγησες και μου έσωσες την ζωή. | You've guided me and saved my life. |
Λοιπόν, με καθοδήγησες σωστά τότε φίλε μου, και χρειάζομαι τη γνώμη σου τώρα. | Well, you guided me right then, man, and I need your ear now. |
Ήσουν αρκετά έξυπνη να δρας παρασκηνιακά μα καθοδήγησες την καριέρα του Μπέντζαμιν. | You were smart enough to stay in the background, But you guided benjamin's career. |
Ο σμηναγός Derry σύρθηκε στο σκόπευτρό του, καθοδήγησε τον σχηματισμό τέλεια πάνω από τον στόχο και απελευθέρωσε τις βόβμβες με απόλυτη ακρίβεια." | Captain Derry crawled back to his bombsight, guided his formation on a perfect run over the objective and released his bombs with great accuracy." |
Ήταν ένας Άγγελος που καθοδήγησε τα παιδιά του Ισραήλ στη γη της επαγγελίας. | It was an angel who guided the children of Israel to the promised land. |
Ο Αλλάχ καθοδήγησε την απόφασή σου. | Allah has guided your decision. |
Ο Θεός καθοδήγησε το χέρι σου, τέκνο μου, αλλά ο πυρετός δεν έχει υποχωρήσει ακόμη. | God guided your hand, my child, but the fever has not yet broken. |
Με καθοδήγησε μέσα απ' αυτές. | He's guided me through them. |
Για χίλια χρόνια, καθοδηγήσαμε το λαό μας με σοφία, όχι με όπλα. | For a thousand years, we have guided our people through wisdom, not arms. |