Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Καθιερώνω (establish) conjugation

Greek
20 examples
This verb can also have the following meanings: canonise, consecrate
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
καθιερώνω
καθιερώνεις
καθιερώνει
καθιερώνουμε
καθιερώνετε
καθιερώνουν
Future tense
θα καθιερώσω
θα καθιερώσεις
θα καθιερώσει
θα καθιερώσουμε
θα καθιερώσετε
θα καθιερώσουν
Aorist past tense
καθιέρωσα
καθιέρωσες
καθιέρωσε
καθιερώσαμε
καθιερώσατε
καθιέρωσαν
Past cont. tense
καθιέρωνα
καθιέρωνες
καθιέρωνε
καθιερώναμε
καθιερώνατε
καθιέρωναν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
καθιέρωνε
καθιερώνετε
Perfective imperative mood
καθιέρωσε
καθιερώστε

Examples of καθιερώνω

Example in GreekTranslation in English
Και μια και καθιερώνουμε μια νέα πολιτική του "τι στα κομμάτια, ας τα δοκιμάσουμε όλα", θα ήθελα να προσλάβω την Σακίρα για χορό της κοιλιάς ενώ θα τραγουδάει το waka waka.And since we're establishing a new policy of "What the hell, we'll try anything," I'd like to hire Shakira to belly dance while singing Waka Waka.
Τα σχολεία υπάρχουν για να καθιερώνουν πάγιες συνήθεις απάντησης προς την εξουσία.Schools are to establish fixed habits of response to Authority.
Ένα από τα πράγματα που καθιέρωσα νωρίς ήταν ότι ήμουν ικανός να ξεχωρίσω μεταξύ επιστημονικών μελετών και ψυχαγωγικής χρήσης.One of the things that I had established early on was being able to descriminate between studies in the scientific round and recreational use.
Αλλά καθιέρωσα τον ευατό μου σαν τον καλύτερο γιατρό, που εμφανίστηκε σ'αυτούς τους διαδρόμους, που είναι κατάρα μιας και τώρα πρέπει να κοιτάξω στα μά- τια κάθε προσβολή στην Ιατρική επιστήμη, που εμφανίστηκε σ'αυτό το κωλοχανίο.But I established myself as the best damn doctor that ever roamed these filthy halls, which is a curse actually because now I'm expected to make eye contact with every insult to medicine that comes into this dump.
Αναγνωρίζει το βασικό δικαστικό σύστημα που καθιέρωσα εδώ, επιτρέπει τη δημιουργία νομοθετικής αρχής και την απομάκρυνση... του όρου "προσωρινός" από τον τίτλο μου.Acknowledging the basic judicial system I have established here, Authorizing the creation of a legislature And the removal of the "provisional" from my title.
Με βάση το σύστημα των πέντε λαθών Μπένετ που καθιέρωσα για αποτυχημένους...And even in the adjusted lucy bennett 5-strike system That I recently established to accommodate
Kαι καθιέρωσε έvαv περιoρισμό στov πληθυσμό: 436.And he established a moratorium on the population: 436.
Ώς διάδοχος του Nobunaga, καθιέρωσε την αρχηγία των Toyotomi.As Nobunaga's successor, he established the Toyotomi Administration.
Γι' αυτό το Ανώτατο Δικαστήριο καθιέρωσε την αρχή του 3ου τριμήνου ως απαράβατη γραμμή;And that's why the Supreme Court in Roe v. Wade established the beginning of the third trimester - as an inviolable line?
Η Ομοσπονδία καθιέρωσε αυτό το διάδρομο για να διασφαλίσει ασφαλές πέρασμα σε αυτό το τομέα.The Federation established this corridor to ensure safe access through this sector.
Με την Σούζαν καθιερώσαμε μια εμπιστοσύνη με αυτήν την οικογένεια.Susan and I have established a trust with this family, Craig.
Ναι, κατά την οποια καθιερώσαμε να φοράμε το "Στικ Χίππο" μπλουζάκι.Yes, which we've established and designated as "Stick Hippo T-shirt day."
Η ομάδα που εσύ και ο πατέρας μου δημιουργήσατε, η φιλοσοφία που καθιερώσατε.The group you and my father created, the philosophy you established.
Οι επίπονες παρατηρήσεις του Milton Humason αστρονόμου και πρώην οδηγού της ομάδας μουλαριών καθιέρωσαν την διαστολή του σύμπαντος.The painstaking observations of Milton Humason astronomer and former mule-team driver established the expansion of the universe.
Συγγνώμη. Το 1796, οι πρόγονοί μου καθιέρωσαν... αυτή τη θέση μετά τον καταστατικό μας χάρτη.In 1796, my forefathers established this seat after the tenets of the old shire charter.
Για να το κάνετε αυτό, θα πρέπει να διεισδύσετε στο συμβάν, να καθιερώστε τον εαυτό σας ως υπάλληλο της Ντύστεκ, και να δικτυώστε το δρόμο σας για συνάντηση με τον κ. Ρηντ.In order for you to do so, you'll need to infiltrate the event, establish yourself as a Dystek employee, and network your way to a meeting with Mr. Reed.
Ένας άνθρωπος σαν τον βαρόνο έχει καθιερώσει ένα πιο ενδιαφέρον παιχνίδι.A man like the Baron has established a more interesting pastime.
Έχει καθιερώσει την περιοχή που δρά σε ακτίνα 8 χλμ. απο τον πρώτο φόνο.He's established his area of control within a five-mile radius of the first kill site.
Έχουμε καθιερώσει έναν "τρόπο συνύπαρξης" με το οχυρό.We have established a modus vivendi with the fort.
Για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας τους, οι φάλαινες φαίνεται να έχουν καθιερώσει ένα παγκόσμιο δίκτυο επικοινωνιών.For most of their history, whales seem to have established a global communications network.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'establish':

None found.