Θαμπώνω (dazzle) conjugation

Greek
22 examples

Conjugation of eiti

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
θαμπώνω
I dazzle
θαμπώνεις
you dazzle
θαμπώνει
he/she dazzles
θαμπώνουμε
we dazzle
θαμπώνετε
you all dazzle
θαμπώνουν
they dazzle
Future tense
θα θαμπώσω
I will dazzle
θα θαμπώσεις
you will dazzle
θα θαμπώσει
he/she will dazzle
θα θαμπώσουμε
we will dazzle
θα θαμπώσετε
you all will dazzle
θα θαμπώσουν
they will dazzle
Aorist past tense
θάμπωσα
I dazzled
θάμπωσες
you dazzled
θάμπωσε
he/she dazzled
θαμπώσαμε
we dazzled
θαμπώσατε
you all dazzled
θάμπωσαν
they dazzled
Past cont. tense
θάμπωνα
I was dazzling
θάμπωνες
you were dazzling
θάμπωνε
he/she was dazzling
θαμπώναμε
we were dazzling
θαμπώνατε
you all were dazzling
θάμπωναν
they were dazzling
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
θάμπωνε
be dazzling
θαμπώνετε
dazzle
Perfective imperative mood
θάμπωσε
dazzle
θαμπώστε
dazzle

Examples of θαμπώνω

Example in GreekTranslation in English
Ίσως νομίζεις ότι μπορείς ακόμη να τους θαμπώνεις με το ταλέντο σου.Maybe you still think you can dazzle them with your talent.
Επειδή, ειλικρινά... με θαμπώνεις.Well, because, honestly, you... You dazzle me.
Με θαμπώνεις με τα χρώματα του ουράνιου τόξου...You dazzle me with rainbow colors...
Νομίζεις ότι μπορείς απλά να ορμάς εδώ και να τη θαμπώνεις με αυτές τις αηδίες;You think you can just swoop in here and dazzle her with this music crap?
Τους θαμπώνεις με λίγη Πυθαγόρεια σκέψη... και τα βιβλία επιταγών τους ανοίγουν από μόνα τους.I mean, you dazzle them with a little Pythagorean wit and their checkbooks crack open.
Ένα λαμπρό πρίσμα που με θαμπώνει πολύπλευρα.You are a glorious prism that dazzles me with all of its facets.
Ο μεγάλος αυτοκρατορικός πλούτος πάντα θαμπώνει, αλλά κάτω από την επιφάνεια η αχαλίνωτη επιθυμία για τα χρήματα, δύναμη και τα υλικά αγαθά σημαίνει ότι το καθήκον και η δημόσια υπηρεσία αντικαθίσταται από ηγέτες και πολίτες που παλεύουν για τα λάφυρα.Great Empire wealth always dazzles, but beneath the surface the unbridled desire for money, power and material possessions means that duty and public service are replaced by leaders and citizens who scramble for the spoils.
Πλάσματα που η ομορφιά τους τώρα θαμπώνει όλους όσους τους βλέπουν.Creatures whose beauty now dazzles all who see them.
Το λευκό θαμπώνει και χρειάζεσαι περισπασμό.Okay? White dazzles, God knows you'll need distraction.
Για άλλους, το φως είναι το δόλωμά τους. Λάμψεις που θαμπώνουν και ζαλίζουν τους κυνηγούς τους.For others, the light is a decoy, flashes which dazzle and confuse their hunters.
Τον θάμπωσα με το πνεύμα μου.l dazzled him with my... wits.
Τάραξες τον κόσμο μου, άλλα- ξες τη ζωή μου, με θάμπωσες.I mean, shook my world, changed my life, dazzled me.
Ήταν φτωχός και η Λινέτ τον θάμπωσε με τα πλούτη της.He never had any money and Linnet simply dazzled him with all that wealth.
Και γνώρισα μια γυναίκα που με θάμπωσε.And I met a woman who dazzled me.
Με θάμπωσε η παρουσία σας.I am dazzled by your presence.
Σαν να με θάμπωσε ο ήλιος. Κι ήταν τα μαλλιά σου ! Καταλαβαίνεις τώρα επιτέλους;I was dazzled...by its bright flare.
Οι νεαρές που γνώρισα στη Γένοβα, απέκρυψαν την αληθινή τους φύση διότι τις θάμπωσαν τα όνειρα για μια αυτοκρατορία χοιρινού.All the young women I met back in Genoa concealed their true natures from me, dazzled by dreams of an empire of pork.
Σε θάμπωσαν όλα αυτά τα γυαλιστερά και όμορφα πράγματα. Και δεν υπάρχει δικαιολογία για τον...They dazzled you with shiny objects and beautiful things and there is no reason you could give me...
Ενώ εσύ θάμπωνες τα ΜΜΕ, εγώ δέχτηκα τηλεφώνημα από τα αφεντικά του παρ'ολίγον δολοφόνου σου.While you were dazzling the press corps, I got a phone call from your would-be assassin's employers.
" Με έχεις θαμπώσει"."You dazzled me.
Είναι σαν να θαμπώσει, το είδος του πράγματος.It's like being dazzled, kind of thing.
Το παίρνω από την έκφραση σας, δεν είστε θαμπώσει.I take it from your expression, you're not dazzled.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

θαμβώνω
do

Similar but longer

ξεθαμπώνω
clear

Other Greek verbs with the meaning similar to 'dazzle':

None found.
Learning Greek?