Εξαργυρώνω (cash) conjugation

Greek
59 examples

Conjugation of eiti

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
εξαργυρώνω
I cash
εξαργυρώνεις
you cash
εξαργυρώνει
he/she cashes
εξαργυρώνουμε
we cash
εξαργυρώνετε
you all cash
εξαργυρώνουνε
they cash
Future tense
θα εξαργυρώσω
I will cash
θα εξαργυρώσεις
you will cash
θα εξαργυρώσει
he/she will cash
θα εξαργυρώσουμε
we will cash
θα εξαργυρώσετε
you all will cash
θα εξαργυρώσουνε
they will cash
Aorist past tense
εξαργύρωσα
I cashed
εξαργύρωσες
you cashed
εξαργύρωσε
he/she cashed
εξαργυρώσαμε
we cashed
εξαργυρώσατε
you all cashed
εξαργύρωσαν
they cashed
Past cont. tense
εξαργύρωνα
I was cashing
εξαργύρωνες
you were cashing
εξαργύρωνε
he/she was cashing
εξαργυρώναμε
we were cashing
εξαργυρώνατε
you all were cashing
εξαργύρωναν
they were cashing
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
εξαργύρωνε
be cashing
εξαργυρώνετε
cash
Perfective imperative mood
εξαργύρωσε
cash
εξαργυρώστε
cash

Examples of εξαργυρώνω

Example in GreekTranslation in English
Ακόμα εξαργυρώνω τις επιταγές της πρόνοιας της νεκρής ξαδέρφης μου.I still have to cash my dead cousin's social security checks. Ooh!
Είναι ενάντια στον κανονισμό να εξαργυρώνω επιταγές.It's against the rules to cash checks.
- Άρα, εξαργυρώνεις μία επιταγή;- So you're just cashing a paycheck?
- Πως εξαργυρώνεις τα ανώνυμα ομόλογαHow do you even change bearer bonds into cash?
Όπως να εξαργυρώνεις μια επιταγή, για παράδειγμα.Like cashing a paycheck, for instance.
Αφήνω την μαμά μου να πάει εκεί μόνη της, την ληστεύουν, και εσύ το εξαργυρώνεις.i let my mom go down to suicide slums alone, she gets mugged, and you're cashing in on it.
Βέβαια, αλλά καλό είναι να ξέρεις, ότι κάθε επιταγή που εξαργυρώνεις σημαίνει ότι ένας Ιάπωνας στην πληρώνει.Dough. Sure, that we are, but it's good to know every check you cash in... means a jap's cashed in too.
Ένας λογιστής ο οποίος έρχεται εδώ μια φορά την εβδομάδα, εξαργυρώνει επιταγές για τους πελάτες του.An accountant who comes here once a week, cashes checks for his clients.
Αυτός που ανοίγει το λογαρια- σμό, εξαργυρώνει την επιταγή.No, no. The same person who opens the account has to be the same person that cashes the check. Howard Hughes.
Είμαι μια δυναμική και γοητευτική γυναίκα που ο κώλος της εξαργυρώνει τις επιταγες που βγάζει το στόμα της.I'm a powerful and attractive woman whose ass cashes the checks her mouth writes.
Κι ο πατέρας της τις εξαργυρώνει.Then her father cashes them. Is that a federal crime?
Μετά ο Χάουαρντ επανορθώνει, εξαργυρώνει τη συνομιλία... και μας θάβει.And then Howard makes it good for the President, cashes in his chip, and we get buried.
Για προσωπικό αερογραμμών εξαργυρώνουμε μέχρι $100.For airline personnel, we cash personal checks up to $100. Payroll checks we cash up to $300.
Δεν εξαργυρώνουμε επιταγές άλλων τραπεζών.I'm sorry, but we're not allowed to cash checks from other banks. How would we know if they were any good?
Εντάξει. Φυλάξτε τις μάρκες και τις εξαργυρώνουμε μετά.Save your chips and we'll cash in later.
Θα πάει κατευθείαν στο αεροδρόμιο, απεγνωσμένος να φύγει από την χώρα, νομίζοντας ότι τα χρήματα κατασχέθηκαν, τίποτα δεν τον κρατά εδώ, ενώ εμείς, από την άλλη, εξαργυρώνουμε τα λεφτά και μέχρι να καταλαγιάσουν τα πράγματα θα είμαστε μακριά.He'll go straight to the airport, desperate to leave the country, thinking the money's been impounded, there's nothing to keep him here, where as we, on the other hand, will cash in and be long gone by the time the dust settles.
Μια φορά κι ένα καιρό, εμείς εξαργυρώνουμε την αξία των κόμικς και ζήσανε αυτά καλά κι εμείς καλύτερα, τέλος!Once upon a time, we cash these in and live happily ever after, the end.
Όχι και τόσο ώστε να μην εξαργυρώνετε τις επιταγές μισθοδοσίας σας.Not too busy to cash your paychecks.
Εσείς απλά εξαργυρώνετε την επιταγή.No, you just, uh, cash the check.
Μου εξαργυρώνετε τις μάρκες, παρακαλώ.Would you cash these in for me, please?
- Όπως προείπα, κέρδισα και εξαργύρωσα.As I said before, I won, and then I cashed out.
- Ναι, την εξαργύρωσα, ευχαριστώ.Yes, I cashed it. Thank you.
-Και της εξαργύρωσα επιταγή.And I cashed her check. I gave her $50.
Έτσι εξαργύρωσα την επιταγή μου, έστειλα λουλούδια στη χήρα του Αlbert, καθάρισα, και να' μαι.So I cashed my cheque, sent flowers to Albert's widow, cleaned up, and here I am.
Απλά εξαργύρωσα μια ταξιδιώτη επιταγή και έβαλα τα χρήματα στο πορτοφόλι μου.I just cashed a traveler's check and I put the money in my wallet.
Όταν εξαργύρωσες.When you cashed out.
Θα σημειώσει στην κάρτα... Το ποσό που εξαργύρωσες και την ώρα.He'll note on the rate card... the amount you've cashed and the time of day.
Κέιτι, ξέρουμε πως εξαργύρωσες επιταγή 2000 δολ.Katie, we know you cashed a check for $2,000.
Πότε ήταν η τελευταία φορά που εξαργύρωσες το τσέκ του σεβασμού;When's the last time you cashed the respect check?
Σε παρακαλώ πες μου ότι εξαργύρωσες την περασμένη εβδομάδα.Uh, please, please tell me that you cashed out last week.
'lσως εξαργύρωσε τις οικονομίες της.Maybe she cashed in her life savings.
'ρχισε να περνάει τον καιρό του στον ιππόδρομο, και σύντομα, έφτασε τις πιστωτικές μου στα όρια και εξαργύρωσε τα ομόλογα που είχε αγοράσει η μητέρα μου για τον Κένταλ.He started spending his time at the tracks, and pretty soon, he'd maxed out my credit cards and cashed out the bonds that my mom bought for Kendall.
- Ίσως την εξαργύρωσε. - Αποκλείεται.-Maybe she already cashed it.
- Τότε τεμαχισμένο τις αποδόσεις, εξαργύρωσε τους ελέγχους, και πήραν τα χρήματα.- Then he shredded the returns, cashed the checks, and took the money.
Έτσι ο Τζιμ εξαργύρωσε τα κρατικά του ομόλογα.So Jim cashed in his government bonds.
Όταv άρχισε η κρίση τα εξαργυρώσαμε.When the recession hit, we cashed in.
Όταν αποφάσισε να φύγει, εξαργυρώσαμε τις μετοχές του.Alan was with us from the very beginning. When he decided to leave, we cashed out his shares.
Θέλεις να αρχίσωμε από την τράπεζα, που εξαργυρώσαμε τις επιταγές μας;Want to start with the bank that cashed our cheques?
-Την εξαργυρώσατε;- You cashed the check? - Not to my knowledge, no.
Θέλουν να ξέρουν αν εξαργυρώσατε την τελευταία.They wanted to know if you cashed the last one.
Κοιτάζω μια ακυρωμένη επιταγή εδώ που εσείς εξαργυρώσατε.I am looking at a cancelled check here that you guys cashed.
Πόσα χρήματα ήταν η επιταγή που εξαργυρώσατε για την φίλη του;How much was the check you cashed for his lady friend?
Την εξαργυρώσατε ελπίζω.You've cashed the check, I hope?
- Οι κλέφτες δεν τα εξαργύρωσαν. - Θα το κάνουν.- The robbers haven't cashed any of them.
- κι εξαργύρωσαν επιταγή στη Νεβάδα.- ... cashed your check in Nevada.
Είπαν ότι το εξαργύρωσαν σ' ένα βενζινάδικο.They said they cashed it in a gas station.
Ναί, αφού διάβασα την ιστοσελίδα, μαντεύω πως δούλευαν στην εξεταστική επιτροπή του εμπορίου στο Chicago για 15 χρόνια, μετά εξαργύρωσαν, αγόρασαν αυτό το μέρος.Yeah, so after reading the website, I guess they worked the board of trade in Chicago for 15 years, then cashed out, bought this place.
Σκότωσαν τη μοναδική μας μάρτυρα, και εξαργύρωσαν το κουπόνι.So they killed our only witness, and they cashed the ticket.
Ακόμα και να εξαργύρωνα οτιδήποτε...Even if I was cashing something in or whatever...
- Παιδιά, εξαργυρώστε...All right, boys, cash out.
Και σεις παιδιά ψάξτε για μπουκάλια και εξαργυρώστε τα.And, guys, spread out and look for bottles and cash 'em in. We need 98 cents.
Λοιπόν, είτε οι Μπένετς ήταν απλά καλοί γείτονες, εξαργυρώνοντας τις επιταγές του ΜακΚρήντυ γι’ αυτόν και στέλνοντάς του τα χρήματα...So? So either the Bennetts are just being neighborly, cashing McCready's checks for him and sending him the money...
Ξέρω ότι έχουμε χάσει το ενδιαφέρον, εξαργυρώνοντας τώρα, αλλά εγώ πρέπει να έχουν πρόσβαση στα εν λόγω ταμεία.I know we forfeit interest by cashing in now, but I need access to those funds.
Υπήρξες προσεκτικός εξαργυρώνοντας αργά στο εξωτερικό, όποτε ταξίδευε ο Τζέιμι.You had been so careful, slowly cashing in money overseas whenever Jamie traveled.
- Έχετε εξαργυρώσει την προκαταβολή.You cashed the advance.
Έχω εξαργυρώσει μια επιταγή .I cashed a check.
Έχω επιταγές που δεν έχω εξαργυρώσει.Or the fish out there. I have checks I haven't cashed.
Δεν έχω εξαργυρώσει καν, την επιταγή.- I never even cashed it. - I don't think so, George.
Δεν το έχει εξαργυρώσει ακόμα.Haven't cashed it yet.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

επαργυρώνω
man

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'cash':

None found.
Learning Greek?