Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Εκκαθαρίζομαι (effeminate) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
εκκαθαρίζομαι
εκκαθαρίζεσαι
εκκαθαρίζεται
εκκαθαριζόμαστε
εκκαθαρίζεστε
εκκαθαρίζονται
Future tense
θα εκκαθαριστώ
θα εκκαθαριστείς
θα εκκαθαριστεί
θα εκκαθαριστούμε
θα εκκαθαριστείτε
θα εκκαθαριστούν
Aorist past tense
εκκαθαρίστηκα
εκκαθαρίστηκες
εκκαθαρίστηκε
εκκαθαριστήκαμε
εκκαθαριστήκατε
εκκαθαρίστηκαν
Past cont. tense
εκκαθαριζόμουν
εκκαθαριζόσουν
εκκαθαριζόταν
εκκαθαριζόμαστε
εκκαθαριζόσαστε
εκκαθαρίζονταν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
εκκαθαρίζου
εκκαθαρίζεστε
Perfective imperative mood
εκκαθαρίσου
εκκαθαριστείτε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'effeminate':

None found.