Απ' όσο θυμάμαι πάντα ήθελα να δραπετεύω... να φτάνω στα άκρα... και να βυθίζομαι στα βάθη του σύμπαντος που βρίσκεται πέρα από τα όρια μου. | As far back as I can remember, I've always wanted to escape... to touch the heights and plunge the depths of the universe that were beyond my reach. |
Απ'όσο θυμάμαι, πάντα ήθελα να δραπετεύω. | As far back as I can remember, I've always wanted to escape. |
Είναι καθήκον μου να δραπετεύω. | It's my duty to escape. |
Έμαθες να δραπετεύεις από πόρτμπαγκάζ στο YMCA; | You learn how to escape a car trunk at the YMCA? |
Ένα μέρος για να δραπετεύεις από τον μοντέρνο κόσμο και για να παραβιάζεις τους κανόνες του. | A place to escape the modern world and violate its rules... |
Έστω ότι μπαίνεις στην στολή Φάραντεϊ και δραπετεύεις. | Look, let's say you put on your Faraday suit and you escape alone... to what? |
Όταν είσαι σε απόγνωση δεν εξετάζεις προς τα που δραπετεύεις. | In desperation, one does not examine one's avenue of escape. |
"...από την οποία κανείς δεν δραπετεύει." | "of the happiness no one escapes." |
"Μαφιόζος δραπετεύει. | " Mobster escapes. |
- Αλλά πάντα δραπετεύει. | But he always escapes. |
- Φοβερή ζωή. Είχε απαχθεί για 3 χρόνια, δραπετεύει για να δολοφονηθεί δώδεκα χρόνια αργότερα. | He gets kidnapped, kept for three years, escapes... only to be murdered 12 years later. |
- Γιατί δε δραπετεύουμε; | Why don't we just escape? |
Απόψε δραπετεύουμε ως νέα διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας 'Τζέρι'... | Today we escape MORGAN: (ON TV) As the new CEO of Jerry Co., |
Ας υποθέσουμε ότι δραπετεύουμε. | Supposin' we do escape? |
Ε ,κράτα τον απασχολημένο ,όσο εμείς δραπετεύουμε. | Well, keep him occupied while we escape. |
- Αυτός που συνεργαζόμουν στη Ρωσία αυτός ο άντρας συνέχισε να βοηθά να δραπετεύουν πρόσφυγες ως το 1988. | Correct. The man I worked with in Russia, that man continued to help refugees escape until 1988. |
Όλοι από κάτι θέλουν να δραπετεύουν. | Everybody wants to escape from something. |
Όταν δραπετεύουν, τους κυνηγώ. | When they escape, I hunt them. |
Όταν οι δαίμονες δραπετεύουν από την Κόλαση, βρίσκουν καταφύγιο μέσα μας. | When demons escape from Hell they take refuge in us. |
- 'κου... δεν πρέπει να ξέρουν ότι δραπέτευσα. | - Look... They can't know I've escaped. |
- Έτσι δραπέτευσα. | That's how I escaped. Wait, wait, wait, wait. |
- Όχι, δραπέτευσα. | - No, I escaped. |
- Μέχρι που τελικά δραπέτευσα | - Until I eventually escaped |
'ντριαν μόλις δραπέτευσες. | Adrian, you've just escaped from prison. |
- Και δραπέτευσες; | - And escaped? |
- Καλλιτέχνη, βλέπω πως δραπέτευσες. | L'Artista, I see you escaped. |
- Το ξέρουν ότι δραπέτευσες; | - Do they know you've escaped? |
"Η καταπληκτικά επιτυχημένη επιχείρηση εκτελέστηκε από τέσσερις άνδρες... ένας από τους οποίους δραπέτευσε από το νοσοκομείο όπου είχε προσκομιστεί από έναν γιατρό λόγω ενός βίαιου ατυχήματος." | "The dazzlingly successful operation was handled by four men... one of whom escaped from a hospital ambulance by savagely assaulting a doctor." |
"Ιδέα... Να τσεκάρω το τοπικό τρελοκομείο μήπως δραπέτευσε ένα ζευγάρι". | Check local mental hospital for escaped married couple." |
"Κόρη δραπέτευσε ξανά. | "Daughter escaped again. |
"Μετά από ένα χρόνο και μια μέρα," "όταν ο άντρας της είχε φύγει μακριά, αφανίζοντας την κυρίως χώρα," "αυτή δραπέτευσε από το Κίλοραν και βρήκε καταφύγιο στο κάστρο του Μόι, με τον εραστή της." | After a year and a day, when her husband was away ravaging the mainland, she escaped from Kiloran... and took refuge in Moy Castle with her lover. |
"Τελικά ανακτήσαμε τις αισθήσεις μας,δραπετεύσαμε και σπεύσαμε στο Λονδίνο." | "Finally, we regained our senses, escaped and hastened to London." |
- Δεν δραπετεύσαμε; | - We escaped, didn't we? |
3 χρόνια πέρασαν απο τότε που η Νορίκο και εγώ δραπετεύσαμε απο εκείνο το νησι. | 3 years have past Since Noriko and I escaped from that island. |
Mindbender κι εγώ δραπετεύσαμε με την έρευνά του, την οπία εγώ τελειωποίησα, και από την οποία εσύ θα έχεις την πρώτη εμπειρία. Η Ana το ξέρει αυτό; | And Dr. Mindbender and I escaped with his research, which I perfected and which you will now experience first-hand. |
'Ωστε εσείς είστε oι τρεις πoυ δραπετεύσατε. | So you're the three who escaped from the Chancellery Detention Centre. |
- Λοιπόν, μόλις δραπετεύσατε απ' την Γαλλία; | - So, you've just escaped from France? |
- Ο Εδουάρδος είπε ότι δραπετεύσατε. | Edward said... You, you all escaped! |
Έτσι δραπετεύσατε; | So you escaped? |
"Έχω μουνόψειρες και τρεις μόλις δραπέτευσαν". | "I have crabs, and three of them just escaped." |
"Με τόσους στρατιώτες να λείπουν..." "Πέντε Νότιοι κρατούμενοι φαντάροι δραπέτευσαν από το Οχυρό Μπένλιν." | With so many troopers away... five Confederate prisoners broke out of Fort Benlin and escaped. |
"Μόνο τον περασμένο χρόνο, 6.536 κατάδικοι δραπέτευσαν ή αγνοούνται από φυλακές στις Ηνωμένες Πολιτείες." | "last year alone, 6,536 convicts escaped Or went awol from jails and prisons in the united states." |
"Ο πατέρας σου και τα αδέλφια σου δραπέτευσαν και έρχονται να σε βρουν". | "Your father and brothers have escaped "and will be on their way to you. |
Όταν δραπετεύαμε από το Τσάρλεστον, πήρα μια λάθος απόφαση... κι ένας άνδρας πέθανε. | When we were escaping from Charleston, I made the wrong call... And a man died. |
Νόμιζα ότι θα δραπετεύαμε. | I thought we were escaping. |
Ναι αλλά αυτό ήταν το νόημα της ταινίας, δραπέτευαν για να το σκάσουν. | Well, that's what that movie was about. They were escaping. They ran away. |
Και δραπετεύστε προς τον ποταμό Χαν. | To escape to the Han River. |
Απέφυγε την τιμωρία δραπετεύοντας. | He has avoided punishment by escaping. |
Αυτή η σχισμή στη γραμμή συρραφών προκλήθηκε από τα δραπετεύοντας αέρια. | This fissure on the suture line was caused by the escaping gases. |
Για αυτό παραλίγο να σκοτώσεις τον φύλακα δραπετεύοντας; | Is that why you almost killed one of the guards escaping from the facility? |
Ο άνθρωπος ανέτρεψε τους νόμους της Φυσικής και κόντεψε να πεθάνει δραπετεύοντας από την Γκεστάπο. | The man reinvented physics and nearly died in a rowboat escaping the Gestapo. |
"Το άτομο 12, έχει δραπετεύσει. | "Subject 12 has escaped. |
'Ηξερες ότι είχε παρακολουθήσει τη δίκη, κι ότι εγώ είχα δραπετεύσει. | You knew she spent every day at the trial, that l escaped from San Quentin. |
'ρα θα μπορούσε να έχει δραπετεύσει με... τα παιδιά σας; | So she could've escaped with... with your kids? |
- Έχει δραπετεύσει ένας κατάδικος, απ' την φυλακή. | - There's a convict escaped from the prison. |