Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Δοξαρίζω (fiddle) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
δοξαρίζω
δοξαρίζεις
δοξαρίζει
δοξαρίζουμε
δοξαρίζετε
δοξαρίζουν
Future tense
θα δοξαρίσω
θα δοξαρίσεις
θα δοξαρίσει
θα δοξαρίσουμε
θα δοξαρίσετε
θα δοξαρίσουν
Aorist past tense
δοξάρισα
δοξάρισες
δοξάρισε
δοξαρίσαμε
δοξαρίσατε
δοξάρισαν
Past cont. tense
δοξάριζα
δοξάριζες
δοξάριζε
δοξαρίζαμε
δοξαρίζατε
δοξάριζαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
δοξάριζε
δοξαρίζετε
Perfective imperative mood
δοξάρισε
δοξαρίστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'fiddle':

None found.