Κυρία Σούστερ, Μπορείτε να μου ξανά δείξετε πως να το διπλώνω? | Mrs. Schuester, can you show me how to fold this sham again? |
"Σημαίες, πρέπει να ξέρεις πώς να τις κρατάς και πώς να τις διπλώνεις". | "Flags: you gotta know how to hold 'em, you gotta know how to fold 'em." |
- Βασικά, θα είναι στη σελίδα 64. - Εξαρτάται πως τη διπλώνεις, έτσι; | Depends on how you fold it, doesn't it? |
- Και πότε να τις διπλώνεις. | - When to fold them. |
- Πως το διπλώνεις αυτό το πράγμα; | - How do you fold this thing? |
- Πώς θέλω να διπλώνεις τα πουκάμισά μου; | - How do I like my shirts folded? - Let me see. |
- Γατάκι διπλώνει μπλουζάκι! | Kitten folds a t-shirt! |
Ότι βρίσκει το διπλώνει. | Everything he finds, he folds. |
Όχι, διπλώνει, βάλ'το στη τσέπη σου. | - It folds up. Put it in your pocket! |
Βλέπεις πως διπλώνει; | See how it folds? |
Γιατί όταν βγάζει το παντελόνι του και το διπλώνει με τρόπο... και το κρεμάει στην καρέκλα... αυτό το κοφτερό μυαλό δεν μπορεί να κάνει και πολλά. | 'Cause when he takes his trousers off and folds them neatly and hangs them over the back of a chair, that sharp, exciting intelligence of his doesn't count for very much. |
'ρα διπλώνουμε το γράμμα του 'μπε μέσα στην αναφορά του Έζρα και το βλέπουμε να ταξιδεύει στον Ουάσινγκτον σαν λαθρεπιβάτης. | So, we fold Abe's letter inside Ezra's report and we watch it sail away to Washington like a stowaway. |
d πόδια χαρτί διπλώνουμε χωρίς d | ♪ paper legs we fold without ♪ |
Έι, μπορούμε να συνεχίσουμε να διπλώνουμε; | Hey, could we please keep folding? |
Έχουμε έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο, που διπλώνουμε τα ρούχα, οπότε θα το αναλάβω εγώ, εντάξει; | We have a very specific way that we fold things so I'll take care of it, okay? |
Δεν μαθαίνουμε πως να διπλώνουμε πετσετάκια πάντως. | Well, we're not learning how to fold cloth napkins. |
Θα βάζετε μπουγάδα, θα διπλώνετε τα ρούχα θα πλένετε τα πιάτα, θα κουρεύετε το γκαζόν... | You're gonna wash the laundry, you're gonna fold it, you're gonna do the dishes, you're gonna mow the lawn... (GUNFIRE) |
Θα ξέρετε να τη διπλώνετε. Σας ευχαριστώ, Συνταγματάρχα. | Hope you know how to fold this, sir. |
Μετά διπλώνετε εδώ και εδώ. | Then fold down here and fold down here. And there you have it. |
Μετά διπλώνετε το κάτω μέρος κάπως έτσι. | Then fold along the bottom line like this. |
Μετά το διπλώνετε από πάνω. | Then you fold it over. |
'Επλυνα και δίπλωσα τα ρούχα σου. | I washed, folded your laundry. Thanks. |
ψογα, μόλις δίπλωσα την κύστη μου, | Wonderful. I just folded my bladder. |
Έβγαλα τα ρούχα μου... και τα δίπλωσα όλα. | I put my clothes away- all folded and everything. |
Έτσι το έκανε αρχικά η Λίνα, αλλά εγώ το δίπλωσα διαφορετικά. | That's how Lina originally did it, but I refolded this. |
Έχεις μερικά μετρητά εδώ, έτσι δίπλωσα τα 20 στο μισό τα 10 στο ένα τρίτο και δεν δίπλωσα τα μονά. | Uh, you have some cash here, so I folded the 20's in half and the 10's in thirds and I didn't fold the singles. |
Μ'αρέσει που δίπλωσες την άκρη από κάτω. | You know, I like the way you have efficiently folded this tab under. |
Μου δίπλωσες τα ρούχα. | You folded my laundry. |
Αλλά αμέσως αφότου προσγειώθηκε, δίπλωσε από τον πόνο | But right after he landed, he folded up... passed out cold. |
Αλλά στην άλλη φωτογραφία, τα ρούχα του- τα δίπλωσε προτού πηδήξει από την γέφυρα. | But in the other picture, his clothes-- he folded them before he jumped off a bridge. |
Αν μου έλεγες πως τα δίπλωσε κιόλας, τότε μάλλον είναι λιγάκι κουλό. | Now if you're gonna tell me that she folded 'em, Then it gets a little creepy. |
Είδες πώς δίπλωσε τους ώμους της; | See how she folded her arms? |
Είναι σαν κάποιος να έχει πάρει ένα μέρος του υπερδιαστήματος... και το δίπλωσε πάνω του σαν τσέπη. | It's as if someone's taken a part of hyperspace and folded it on itself... like a pocket. |
-Τον δίπλωσαν στα δύο. | He's been folded in half. |
Τα δικά σας τα δίπλωσαν. | They folded yours. |
Το λέω, γιατί οι κάλτσες μου δίπλωσαν. "Αγιώτατε... | I can tell because my socks are folded. |
Ναι, την πήρε ο ύπνος όσο δίπλωνα τα ρούχα της. | Yeah, she nodded off while I was folding her laundry. |
Σε βλέπω κάθε μέρα στην αποθήκη, όπως χθες, που δίπλωνα τις πετσέτες... | I see you every day in the field house, like yesterday when I was folding those towels... |
Τα δίπλωνα. | I was folding. |
Ο Κένεθ είπε, ότι δίπλωνε μπλουζάκια μέχρι τις 2 πμ. Αλλά η Post πάει στο πιεστήριο τα μεσάνυχτα. | Kenneth said he was folding T-shirts until 2:00 a.m., but the Post goes to press at midnight. |
"Μια φορά κι έναν καιρό, όχι πολύ παλιά.. "... μια μαμά με την κόρη της δίπλωναν τα πλυμένα ρούχα. | [Jeff] "Once upon a time, but not long ago, a mom and her girl were folding washed clothes. |
Άχου, ναι, και που λες ο Μάρσαλ με τη Λίλι δίπλωναν τη μπουγάδα τους... | Oh, yeah, so Marshall and Lily were folding laundry... |
-Απλώς διπλώστε το. | - Just fold it up. |
Αλλά πρώτα, διπλώστε αυτά τα δυο πουλόβερ. | But first, fold these two sweaters. |
Βάλτε τα ονόματά μας στην πάνω δεξιά μεριά και διπλώστε το. | Put your names on the top right and fold it. |
Βγάλτε τα ρούχα σας, διπλώστε τα και τοποθετήστε τα εδώ. | Take off your clothes, fold them, and place here. |
Γράψτε τη ψήφο σας σε ένα κομμάτι χαρτί, διπλώστε το, και ρίχτε το στο καπέλο. | Jot down your vote on a piece of paper, fold it up, and stick it in the hat. |
- Και διπλώνοντας τον στη μέση κερδίζουμε χρόνο; | What, so folding him in half buys us time? |
Ένας από τους άνδρες μου είναι τυφλός, και προσπαθεί να αναθρέψει δύο παιδιά διπλώνοντας πετσέτες σε ένα ξενοδοχείο. | One of my men is blind, trying to provide for two kids by folding towels in a hotel. |
Ήσουν εδώ διπλώνοντας τα ρούχα. | You were in here folding laundry. |
Δεν θα την βρείς έτσι απλά διπλώνοντας κουρελιασμένες μπλούζες ! | You're not just gonna find her folding peasant skirts at the diva dish right now. |
Είναι εκεί, διπλώνοντας τις κάλτσες του, λες και έχει σημασία. | He's there folding his socks as if it mattered. |
Όπως, διάβασα αυτό το απαίσιο άρθρο, για μία γυναίκα στο Ιράν που λιθοβολήθηκε για μοιχεία, και με τάραξε τόσο πολύ, που έχω διπλώσει αυτά τα ρούχα ήδη τέσσερις φορές. | Like, I read a horrible article this morning about this woman getting stoned in Iran for adultery, and it seriously made me so upset that I've folded this laundry, like, four times already. |
Όταν ξύπνησα, είχες διπλώσει τα ρούχα μου... και είχες αφήσει την τσάντα μου στο κρεβάτι. | When I woke up, you folded my clothes and placed my pocketbook on the bed. |
Αμφιβάλλω ότι οι εξωγήινοι θα είχαν διπλώσει τα ρούχα του όταν τον απήγαγαν. | Somehow I doubt aliens would have folded his clothes when they abducted him. |
Κοίτα τον τρόπο που έχουν διπλώσει τα χέρια τους... | Look at the way their hands are folded... |
Το έχεις διπλώσει λάθος. | You've got that folded all wrong... |