Μπορείς και δεσμεύεις ένα άνθρωπο... πιο σφικτά κι από τις αλυσίδες του Σάραν. | You could bind a man tighter Than the saran's chains. |
Δεν είναι αμαρτία να δεσμεύεις έναν άντρα σε μια ζωή αντίθετη προς τη φύση και τη θέλησή του; | Is it not also a sin to bind a man into a life contrary to his very nature and will? |
Πατέρα, Υιού και Αγίου Πνεύματος... και του Ευλογημένου Πέτρου, του πρώτου των αποστόλων... και όλων των αγίων... με τη δύναμη που μας έχει δοθεί... να δεσμεύουμε και να απελευθερώνουμε στην Γη και τον Παράδεισο... | Father,Son, and Holy Ghost, of Blessed Peter, Prince of the Apostles, and of all the saints, in virtue of the power which has been given us of binding and loosing in Heaven and on earth. |
Επικαλούμαι τις αρετές του Θεού, Ενάντια σε κάθε εχθρική, και αδίστακτη εξουσία, που προσβάλλει το σώμα της και την ψυχή της, με τους ψευδείς νόμους της αίρεσης, και τις πλάνες της ειδωλολατρίας, και την τέχνη και τα ξόρκια που δεσμεύουν τις ψυχές των ανδρών και των γυναικών. | I invoke all God's virtues... against every hostile, merciless power... that assails her body and her soul, against the false laws of heresy, against the deceits of idolatry, against the art and the laws that bind the souls of every man and woman. |
Μερικά είδη της Αρκτικής αναπτύσουν αντιψυκτικές πρωτεΐνες δεσμεύουν παγωμένους κρυστάλλους μέσα τους. | Some Arctic species develop antifreeze proteins.... ...that bind to the ice crystals in the fish. Frank. |
Και οι δύο ξέρουμε ότι τα πράγματα που θεωρούμε ως δεδομένα τους νόμους της φύσης για παράδειγμα, δεν μας δεσμεύουν υποχρεωτικά. | We take for granted... the laws of nature for example... that are not necessarily binding. |
αυτοί, μόνο εκμεταλλεύονται, δεσμεύουν και υποχρεώνουν, κομματιάζουν και τα παρατάνε. | Those... they only use... tie... bind... chop off... and leave empty. |
Αυτά τα πράγματα δεσμεύουν τις οικογένειες μας. | These things bind our families. |