Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Δαφνοστεφανώνομαι (do) conjugation

Greek
This verb is a passive form of "δαφνοστεφανώνω".
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
δαφνοστεφανώνομαι
δανοστεφανώνεσαι
δανοστεφανώνεται
δαφνοστεφανωνόμαστε
δανοστεφανώνεστε
δανοστεφανώνονται
Future tense
θα δαφνοστεφανωθώ
θα δαφνοστεφανωθείς
θα δαφνοστεφανωθεί
θα δαφνοστεφανωθούμε
θα δαφνοστεφανωθείτε
θα δαφνοστεφανωθούνε
Aorist past tense
δανοστεφανώθηκα
δανοστεφανώθηκες
δανοστεφανώθηκε
δαφνοστεφανωθήκαμε
δαφνοστεφανωθήκατε
δανοστεφανώθηκαν
Past cont. tense
δαφνοστεφανωνόμουνα
δαφνοστεφανωνόσουνα
δαφνοστεφανωνότανε
δαφνοστεφανωνόμασταν
δαφνοστεφανωνόσασταν
δανοστεφανώνονταν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
-
-
Perfective imperative mood
δανοστεφανώσου
δαφνοστεφανωθείτε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'do':

None found.