Προέρχεται από το λατινικό "pastoralis", που σημαίνει βόσκω. | It's from the Latin "pascere", "to graze". |
Αναμφίβολλα το θεώρησες ως ένα άλλο στάδιο στην οδύσσειά σου. Μόνο βουτώντας ακόμα βαθύτερα, αν μπορώ να αναμίξω τους μύθους μου... θα κερδίσεις το δικαίωμα να βόσκεις στις πλαγιές του Παρνασσού. | No doubt you regarded it as another stage in your odyssey... only by plunging ever deeper, if I may mix my myths... will you gain the right to graze on the slopes of Parnassus. |
Θα παντρευτείς τον κο Μπλε Σεβρολέτ... και θα βόσκεις με τα άλλα πρόβατα για την υπόλοιπη ζωή σου; | You going to marry Mr. Blue lmpala and graze around with the other sheep for the rest of your life? |
"Η ψυχή μου βόσκει σαν αμνός στην παλίρροια". | "My soul grazes like a lamb on the beauty of indrawn tides. " |
Κοίτα τη γαζέλα που βόσκει στις ανοιχτές πεδιάδες. | Watch the gazelle as he grazes through the open plains. |
Το γαιδούρι που βόσκει στο αρωματισμένο γρασίδι... τρώει καθαρισμένα γλυκά ρόδια και περνάει το βράδυ του... στο πανδοχείο του Καλού Φαγητού. | This is the donkey, which grazes perfumed meadow grass, eats peeled sweet pomegranates, and spends the night in the Inn of Good Food! |
"Είναι απλώς ένα βόσκουν"; | "It's just a graze"? |
- Πρέπει να βόσκουν εκεί. | - They must graze there. |
Έχω δύο φίλους που δαγκώθηκαν άσχημα από μεγάλους καρχαρίες των υφάλων οι πιο κοινωνικοί από όλους τους καρχαρίες. Κολυμπούν και βόσκουν σε κλειστές ομάδες. | I have two friends badly bitten by great reef sharks the most social of all sharks graze tender swimming tight groups |
Όπως οι αντιλόπες και οι ζέβρες στις αφρικανικές πεδιάδες, Τα tangs και τα parrotfish συχνά βόσκουν μαζί. | Like wildebeest and zebra on the African plains, tangs and parrotfish often graze together. |
Έλεγαν, ότι καμμιά γελάδα δεν μπορεί να ζήσει, όπου είχε βοσκήσει πρόβατο. | They said no steer could live where a sheep had grazed. |
Πάντα έτσι κάνουμε, έτσι δεν είναι? 'Οταν έχουμε βοσκήσει ένα μέρος? | We always do, don't we, once we've grazed off a place? |