Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Απομακρύνομαι (disinfect) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
απομακρύνομαι
απομακρύνεσαι
απομακρύνεται
απομακρυνόμαστε
απομακρύνεστε
απομακρύνονται
Future tense
θα απομακρυνθώ
θα απομακρυνθείς
θα απομακρυνθεί
θα απομακρυνθούμε
θα απομακρυνθείτε
θα απομακρυνθούν
Aorist past tense
απομακρύνθηκα
απομακρύνθηκες
απομακρύνθηκε
απομακρυνθήκαμε
απομακρυνθήκατε
απομακρύνθηκαν
Past cont. tense
απομακρυνόμουν
απομακρυνόσουν
απομακρυνόταν
απομακρυνόμαστε
απομακρυνόσαστε
απομακρύνονταν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
απομακρύνου
απομακρύνεστε
Perfective imperative mood
απομακρύνσου
απομακρυνθείτε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'disinfect':

None found.