Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αντιδιαστέλλω (contrast) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αντιδιαστέλλω
αντιδιαστέλλεις
αντιδιαστέλλει
αντιδιαστέλλουμε
αντιδιαστέλλετε
αντιδιαστέλλουν
Future tense
θα αντιδιαστείλω
θα αντιδιαστείλεις
θα αντιδιαστείλει
θα αντιδιαστείλουμε
θα αντιδιαστείλετε
θα αντιδιαστείλουν
Aorist past tense
αντιδιέστειλα
αντιδιέστειλες
αντιδιέστειλε
αντιδιεστείλαμε
αντιδιεστείλατε
αντιδιέστειλαν
Past cont. tense
αντιδιάστελλα
αντιδιάστελλες
αντιδιάστελλε
αντιδιαστέλλαμε
αντιδιαστέλλατε
αντιδιάστελλαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αντιδιάστελλε
αντιδιαστέλλετε
Perfective imperative mood
αντιδιέστειλε
αντιδιαστείλετε

More Greek verbs

Related

διαστέλλω
dilate

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'contrast':

None found.