Ανακαινίζω (renovate) conjugation

Greek
34 examples

Conjugation of eiti

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
ανακαινίζω
I renovate
ανακαινίζεις
you renovate
ανακαινίζει
he/she renovates
ανακαινίζουμε
we renovate
ανακαινίζετε
you all renovate
ανακαινίζουν
they renovate
Future tense
θα ανακαινίσω
I will renovate
θα ανακαινίσεις
you will renovate
θα ανακαινίσει
he/she will renovate
θα ανακαινίσουμε
we will renovate
θα ανακαινίσετε
you all will renovate
θα ανακαινίσουν
they will renovate
Aorist past tense
ανακαίνισα
I renovated
ανακαίνισες
you renovated
ανακαίνισε
he/she renovated
ανακαινίσαμε
we renovated
ανακαινίσατε
you all renovated
ανακαίνισαν
they renovated
Past cont. tense
ανακαίνιζα
I was renovating
ανακαίνιζες
you were renovating
ανακαίνιζε
he/she was renovating
ανακαινίζαμε
we were renovating
ανακαινίζατε
you all were renovating
ανακαίνιζαν
they were renovating
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
ανακαίνιζε
be renovating
ανακαινίζετε
renovate
Perfective imperative mood
ανακαίνισε
renovate
ανακαινίστε
renovate

Examples of ανακαινίζω

Example in GreekTranslation in English
Η εταιρεία ανακαινίζει και εκχωρεί κτίρια.The company renovates and releases buildings.
- Το ανακαινίζουμε και το πουλάμε.Okay, so then we renovate it and we sell it.
Θα επαναλάβεις ότι αυτή είναι μια προσωρινή μετεγκατάσταση ενώ ανακαινίζουμε τη La Catedral για να την κάνουμε ασφαλέστερη για αυτόν.You'll reiterate that this is a temporary relocation while we renovate La Catedral to make it safer for him.
Μήπως ανακαινίζουμε το δρόμο μας προς ένα καλύτερο μέλλον;Do we renovate our way to a better future?
Τα ανακαινίζουμε και τα πουλάμε.We, uh, renovate 'em and sell 'em.
Και έτσι λοιπόν μπορείτε να κόβετε τους μισθούς των εργαζομένων... ενώ ανακαινίζετε το εξοχικό σας στη λίμνη Τζενίβα;Uh, so it's okay to cut your employees' wages while you renovate your summer home on Lake Geneva?
Ο αδελφός μου, ο Φλόριεν, έχει ένα διαμέρισμα που ανακαινίζετε.My brother Florien has an apartment that's being renovated.
- Μα μόλις ανακαίνισα όλο τον 2ο όροφο!But I just renovated the entire second floor.
Αγόρασα το σπίτι των ονείρων μου, το ανακαίνισα και ούτε που το ήξερα.I bought my dream home, renovated it and didn't even know it.
Μόλις ανακαίνισα την κουζίνα μου, είναι σαν ένα είδος γιορτής..I just renovated my kitchen so it's kind of a celebration.
Την κυρία την ανακαίνισα το απόγευμα στης κας Wiggs.The lady that I renovated down at Mrs. Wiggs' this afternoon.
Το ανακαίνισα και το έκανα σπίτι. Είναι πολύ όμορφο.I've re-renovated it to be my home
Ήταν μια παλιά φαρμα που ανακαίνισε.It was an old farm that he renovated.
Η Κίρστεν ανακαίνισε τους στάβλους και το πάρκο. Και το ξαναπούλησε στους αρχικούς ιδιοκτήτες στα διπλά λεφτά.You know, Kirsten is the one who renovated the stable and the park, then sold it back to the original owners at twice the cost.
Μετά από λίγο καιρό ανακαίνισε το μέρος και άνοιξε δική του κλινική.After a while he renovated the place and opened his own clinic
Ο ιδιοκτήτης ανακαίνισε και επίπλωσε όλο το κτήριο με τις μεγαλύτερες και καλύτερες ανέσεις.The owner completely renovated and refurbished the entire unit with all the latest and greatest amenities.
Σ'ένα άλλο σπίτι που ο Τζέικομπ ανακαίνισε.At another house Jacob renovated. He put her there.
-Και το ανακαινίσαμε...And renovated it with my mother's money.
Εδώ έχουν γίνει πιο πολλά πάρτι από τον στάβλο που ανακαινίσαμε στις Βρυξέλλες.This place has seen more soirees than that barn we renovated in Brussels.
Και πριν λίγα χρόνια ανακαινίσαμε την αίθουσα αναμονής για να παρέχουμε...And a few years ago, we renovated the waiting room to provide...
Κοίτα, οι φίλοι μου και εγώ ανακαινίσαμε μια δεξαμενή με λασπόνερα από τη δεκαετία του 1950 στο Μπρούκλιν. Την μετατρέψαμε σε μια όμορφη λέσχη για γράπα.Look, my friends and I renovated this 1950s sludge tank in Brooklyn, turned it into a pretty cool grappa lounge.
Την ανακαινίσαμε πέρσι.We renovated last year.
- Όταν ανακαίνισαν το γυμναστήριο... - Βρήκαν μπογιά μολύβδου εκεί.And I know when they renovated the gym, they found a ton of lead paint in there.
Έψαξα τους εργάτες που ανακαίνισαν την κουζίνα του θύματος.So I ran the workmen who renovated your vic's kitchen.
Όμως ποτέ δεν το ανακαίνισαν.But it wasn't renovated then.
Πριν δέκα χρόνια, ανακαίνισαν το σιντριβάνι.Ten years ago, they renovated the fountain.
Eίπε ότι ανακαίνιζε το σπίτι του στο Μπιζιέ.He said he was renovating his house in Bésieux.
Νομίζεις ότι ανακαίνιζαν το ίδιο νεοκλασικό για 15 χρόνια; - Πάμε.You think they were renovating the same mid-century colonial for 15 years?
Ούτε όταν ανακαίνιζαν το μέρος.Not even when they were renovating the place. Fools.
Ήταν εδώ για μήνες, ανακαινίζοντας αυτό το σπίτι το 2000, έλα!He was here for months renovating this house in 2000. Come on!
Αλλά είσαι τυχερός αν έχεις λεφτά, γιατί ανακαινίζοντας τα υδραυλικά σου Θα σου κοστίσει ένα χέρι ή ίσως ένα πόδι όπως λέμε εδώ πέρα.But you're lucky if you've got money, because renovating your plumbing is gonna cost you an arm, and maybe a leg, as we say around here.
Ξόδεψα έξι χρόνια ανακαινίζοντας αυτό το μέρος.Spent six years renovating this place.
Η κουζίνα... θέλω να πω ότι, ο Ντέμιαν είχε ανακαινίσει όλο το χώρο.Well, the kitchen-- I mean, Damian had the entire thing renovated.
Οι Έμερι είχαν πρόσφατα ανακαινίσει το σπίτι.The Emerys had recently renovated their house.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'renovate':

None found.
Learning Greek?