Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αναθεωρώ (revise) conjugation

Greek
16 examples
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αναθεωρώ
αναθεωρείς
αναθεωρεί
αναθεωρούμε
αναθεωρείτε
αναθεωρούν
Future tense
θα αναθεωρήσω
θα αναθεωρήσεις
θα αναθεωρήσει
θα αναθεωρήσουμε
θα αναθεωρήσετε
θα αναθεωρήσουν
Aorist past tense
αναθεώρησα
αναθεώρησες
αναθεώρησε
αναθεωρήσαμε
αναθεωρήσατε
αναθεώρησαν
Past cont. tense
αναθεωρούσα
αναθεωρούσες
αναθεωρούσε
αναθεωρούσαμε
αναθεωρούσατε
αναθεωρούσαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αναθεώρει
αναθεωρείτε
Perfective imperative mood
αναθεώρησε
αναθεωρήστε

Examples of αναθεωρώ

Example in GreekTranslation in English
Θα βάλω στην άκρη, γιατί... αρχίζω να αναθεωρώ τη θεωρία μου για την ψυχική της κατάσταση.I'm gonna put this away because... I'm actually beginning to revise my theory on her mental state.
Η Bonnie αναθεωρεί σχολαστικά τις τράπεζες δεδομένων μου σε τακτική βάση.(KITT) Bonnie meticulously revises my databanks regularly.
Ο νέος νόμος που ψηφίστηκε... αναθεωρεί την υφιστάμενη μεταρρύθμιση στην υγεία.The new law that's been introduced revises the text of the existing health reform law.
- Άμα έχω κάνει λάθος, αναθεωρούμε το σχέδιο μας.- If I've been wrong, revise our plan.
Ναι ... τους αναθεώρησα.I revised them.
Ναι, αναθεώρησα το σχέδιο για να περιλάβει και κάποια άλλα βήματα.Yeah, no, I revised the plan to include the open staircase.
-Ώστε αναθεώρησες το συμβόλαιο;So you revised the contract?
Θα πεις στη CΤU ότι αναθεώρησες το προφίλ επίθεσης.You're going to call CTU and tell them you've revised your assault profile.
- Μετά το θάνατο της Αντέλ... αναθεώρησε την οδηγία του.- He did. After Adele died, he revised his directive. - But...
Την έκανε, και την αναθεώρησε επίσης μια εβδομάδα πριν το θάνατό της.She made it, and also revised it a week before her death.
Το αναθεώρησε.She revised it.
Χθες βράδυ, η φοιτήτρια που εκφωνούσε το λόγο αναθεώρησε το δοκίμιο της, για το Στάντφορντ.Last night, our valedictorian revised her application essay to Stanford.
Γι 'αυτό και αναθεωρήσαμε. το επιχειρηματικό μας μοντέλο.So we revised our business model.
"Αλλά η θεία μου φαίνεται να έχει αναθεωρήσει ξαφνικά την γνώμη της γι' αυτον...""But my aunt seems to have suddenly revised her opinion of him..."
Βοηθήσατε να κρυφτεί η αλήθεια σχετικά με το τι έγινε... αναθεωρώντας την ιστορία σας κόβοντας τα κομμάτια που δε σας άρεσαν.You helped hide the truth about what happened by revising your history cutting parts you didn't like.
Οι Τζένσεν συναντήθηκαν με το δικηγόρο τους, αναθεωρώντας τη διαθήκη τους.The Jensens met with their attorney this morning, revising their will.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'revise':

None found.