Θα βάλω στην άκρη, γιατί... αρχίζω να αναθεωρώ τη θεωρία μου για την ψυχική της κατάσταση. | I'm gonna put this away because... I'm actually beginning to revise my theory on her mental state. |
Η Bonnie αναθεωρεί σχολαστικά τις τράπεζες δεδομένων μου σε τακτική βάση. | (KITT) Bonnie meticulously revises my databanks regularly. |
Ο νέος νόμος που ψηφίστηκε... αναθεωρεί την υφιστάμενη μεταρρύθμιση στην υγεία. | The new law that's been introduced revises the text of the existing health reform law. |
- Άμα έχω κάνει λάθος, αναθεωρούμε το σχέδιο μας. | - If I've been wrong, revise our plan. |
Ναι ... τους αναθεώρησα. | I revised them. |
Ναι, αναθεώρησα το σχέδιο για να περιλάβει και κάποια άλλα βήματα. | Yeah, no, I revised the plan to include the open staircase. |
-Ώστε αναθεώρησες το συμβόλαιο; | So you revised the contract? |
Θα πεις στη CΤU ότι αναθεώρησες το προφίλ επίθεσης. | You're going to call CTU and tell them you've revised your assault profile. |
- Μετά το θάνατο της Αντέλ... αναθεώρησε την οδηγία του. | - He did. After Adele died, he revised his directive. - But... |
Την έκανε, και την αναθεώρησε επίσης μια εβδομάδα πριν το θάνατό της. | She made it, and also revised it a week before her death. |
Το αναθεώρησε. | She revised it. |
Χθες βράδυ, η φοιτήτρια που εκφωνούσε το λόγο αναθεώρησε το δοκίμιο της, για το Στάντφορντ. | Last night, our valedictorian revised her application essay to Stanford. |
Γι 'αυτό και αναθεωρήσαμε. το επιχειρηματικό μας μοντέλο. | So we revised our business model. |
"Αλλά η θεία μου φαίνεται να έχει αναθεωρήσει ξαφνικά την γνώμη της γι' αυτον..." | "But my aunt seems to have suddenly revised her opinion of him..." |
Βοηθήσατε να κρυφτεί η αλήθεια σχετικά με το τι έγινε... αναθεωρώντας την ιστορία σας κόβοντας τα κομμάτια που δε σας άρεσαν. | You helped hide the truth about what happened by revising your history cutting parts you didn't like. |
Οι Τζένσεν συναντήθηκαν με το δικηγόρο τους, αναθεωρώντας τη διαθήκη τους. | The Jensens met with their attorney this morning, revising their will. |