Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αιτιολογώ (justify) conjugation

Greek
5 examples
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αιτιολογώ
αιτιολογείς
αιτιολογεί
αιτιολογούμε
αιτιολογείτε
αιτιολογούν
Future tense
θα αιτιολογήσω
θα αιτιολογήσεις
θα αιτιολογήσει
θα αιτιολογήσουμε
θα αιτιολογήσετε
θα αιτιολογήσουν
Aorist past tense
αιτιολόγησα
αιτιολόγησες
αιτιολόγησε
αιτιολογήσαμε
αιτιολογήσατε
αιτιολόγησαν
Past cont. tense
αιτιολογούσα
αιτιολογούσες
αιτιολογούσε
αιτιολογούσαμε
αιτιολογούσατε
αιτιολογούσαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αιτιολόγει
αιτιολογείτε
Perfective imperative mood
αιτιολόγησε
αιτιολογήστε

Examples of αιτιολογώ

Example in GreekTranslation in English
Εσύ έχεις απαντήσεις για να αιτιολογείς ότι είναι λάθος.You have answers to justify that it's wrong.
Αυτό αιτιολογεί τη βιασύνη του να την πετάξει εδώ.It justifies his haste in dumping her here.
- Λόρι, το κλέψιμο δεν είναι μέρος του εντοπίζουμε, αιτιολογούμε και κρύβουμε.Laurie, shoplifting is not part of "locate, justify, hide."
Όπου εντοπίζουμε, αιτιολογούμε και κρύβουμε.Where we locate, justify and hide.
Είναι μια εξελικτική έννοια... την οποία αιτιολόγησαν... με την εν ψυχρώ δολοφονία νεαρού αγοριού.Which is an evolutionary concept... That justified them ... In murdering a younger boy in cold blood.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'justify':

None found.