Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αδυνατώ (be unable) conjugation

Greek
11 examples

Conjugation of αδυνατώ

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αδυνατώ
I be unable
αδυνατείς
you be unable
αδυνατεί
he/she does be unable
αδυνατούμε
we be unable
αδυνατείτε
you all all be unable
αδυνατούν
they be unable
Future tense
θα αδυνατήσω
I will be unable
θα αδυνατήσεις
you will be unable
θα αδυνατήσει
he/she will be unable
θα αδυνατήσουμε
we will be unable
θα αδυνατήσετε
you all all will be unable
θα αδυνατήσουν
they will be unable
Aorist past tense
αδυνάτησα
I did be unable
αδυνάτησες
you did be unable
αδυνάτησε
he/she did be unable
αδυνατήσαμε
we did be unable
αδυνατήσατε
you all all did be unable
αδυνάτησαν
they did be unable
Past cont. tense
αδυνατούσα
I did be unable
αδυνατούσες
you did be unable
αδυνατούσε
he/she did be unable
αδυνατούσαμε
we did be unable
αδυνατούσατε
you all all did be unable
αδυνατούσαν
they did be unable
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αδυνάτα
you be unable!
αδυνατείτε
you all be unable!
Perfective imperative mood
αδυνάτησε
you be unable!
αδυνατήστε
you all be unable!

Examples of αδυνατώ

Example in GreekTranslation in English
Κράιτον, αν αδυνατείς να σώσεις τον Ντάργκο η Μόγια είναι διατεθειμένη να προσπαθήσει να απαλλαγεί από τα καλώδια, αλλά...Crichton, if you are unable to save D'Argo... Moya is willing to try to rip free from the cables, but... No, no, no.
Αν αδυνατείς να πληρώσεις αυτούς τους τόκους εντός των επόμενων εφτά ημερών, η υπηρεσία συλλογής τόκων δεν θα έχει άλλη επιλογή απ'το να κατασχέσει το Montecito.If you are unable to pay these taxes within the next seven days, the IRS will have no choice but to seize the Montecito.
Προς το παρόν αδυνατεί να καλύψει, τις επιταγές που υπέγραψε, κατά την διάρκεια της έξαψης τού παιχνιδιού.At the moment he is unable to make good The notes he signed during the excitement of play.
Πιστεύω στην ύπαρξη από οτιδήποτε που το ανθρώπινο μυαλό αδυνατεί να διαψεύσει.I believe in the existence of everything which the human brain is unable to disprove.
Ο κ. Σπoκ αδυνατεί να εξηγήσει τo πώς καθώς δεν λαμβάνει ενδείξεις ζωής.My science officer, Mr. Spock, is unable to account for this since he reported no signs of life on the planet.
Οι γνωστοί αγαπημένοι μας... απώλειες μιας αστικής κοινωνίας που διαχειρίζεται κοινωνικά προβλήματα αλλά αδυνατεί να τα θεραπεύσει.(narrator) The ones we know and love, casualties of an urban society that administers social problems but is unable to cure them.
Η μις Βερίνα Τάραντ αδυνατεί να μας μιλήσει απόψε.Miss Verena Tarrant is unable to speak to us tonight.
"Λυπόμαστε αλλά αδυνατούμε να σας κάνουμε ντουμπλέρ..."Dear Ms. Malone, We regret we are unable to offer you... understudy
Κυνηγοί βουβαλιών που δεν έχουν πια τι να κυνηγήσουν, καουμπόηδες χωρίς αγελάδες, χρυσοθήρες χωρίς χρυσάφι. Το κατακάθι της παλιάς ρομαντικής αιχμής οι οποίοι αδυνατούν να αποδεχθούν τον ερχομό του τηλέγραφου, τις ράγες των σιδηροδρόμων, ή την πραγματικότητα όπως είναι τώρα.The dregs of the old romantic frontier who are unable to accept the coming of the telegraph, the rail roads, or reality for that matter.
Αλλά... Αν η κοιλότητα συμπιέζεται εξωτερικά, οι πνεύμονες αδυνατούν να γεμίσουν αέρα.But if the cavity is externally compressed, the lungs are unable to draw in any air.
Χιλιάδες ζευγάρια αδυνατούν να αποκτήσουν παιδιά.Thousands of couples are unable to have children.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'be unable':

None found.