- Κάθε μέρα χειροτερεύεις. | - You get worse by the day. - What do you mean? |
Ήδη χειροτερεύεις. | You're already deteriorating and it's only going to get worse. |
Όποτε νομίζεις ότι έχω κάνει κάποιο λάθος κάτι αμφισβητήσιμο, χειροτερεύεις. | No, w... whenever you think I've done something wrong, something questionable, you get worse. |
Και θα χειροτερεύεις όσπου να καταλήξεις, παραληρώντας σε κάποιο άσυλο! | And you'll get worse until you die, raving in an asylum! |
'Ενας παιδικός εφιάλτης που χειροτερεύει συνεχώς. | The nightmare of childhood. And it only gets worse. |
- Όλο και χειροτερεύει. | - It gets worse. |
- Όσο πάει και χειροτερεύει. | - lt gets worse every time. |
Αν συνεχίσουμε να ζούμε μόνοι ολοένα και θα χειροτερεύουμε επειδή είμαστε αδύναμοι. | If we keep living alone, we'll just get worse and worse because we're weak |
- Πόσοι απ' τους άλλους φακέλους... - Επιδεινώνεται από την ύπτια στάση, οπότε τα συμπτώματα μπορεί να χειροτερεύουν όταν πέφτει για ύπνο. | How many of the other files-- it's exacerbated by lying supine, so the symptoms would get worse when he goes to sleep. |
- Τα πράγματα μόνο χειροτερεύουν. | - Things only get worse. |
Ένας αλκοολικός σταματάει να πίνει, τα πράγματα έχουν την τάση να χειροτερεύουν. | An alcoholic stops drinking, things tend to get worse. |
Ήταν μισές ημέρες μας εντοπισμού της κάτω όταν περιπλανήθηκε, προσπαθεί να την πάρει πίσω στο χρόνο για την καταμέτρηση, βλέποντας την χειροτερεύουν καθημερινά. | Spent half our days tracking her down when she wandered, trying to get her back in time for count, watching her get worse every day. |
Όλα φαίνονται παντού να χειροτερεύουν και χειρότερα, και δεν μπορώ να τον βοηθήσω γιατί πιέζεται απ' όλα. | "Everything everywhere seems to get worse and worse," "and you can't help but be depressed by it all." |
- Χρειαζόμαστε τα κρεβάτια. - Ναι, αλλά παρουσίασε επιπλοκή. Ο θρόμβος του χειροτέρευσε. | Yeah, but he's developed a complication, his clot got worse. |
Όταν δεν υπέγραψες το έντυπο αποφυλάκισης η υγεία της μαμάς χειροτέρευσε. | Well, after you wouldn't sign her compassionate release, mom's health got worse. |
Αλλά έγινε καλύτερα και μετά χειροτέρευσε. | But he got better, and then he got worse. |
Αλλά μετά το πρόβλημα του πατέρα σου με το αλκοόλ χειροτέρευσε, και έκανε κάποιες κακές επενδύσεις και ξέρεις... δεν είχαμε πολλές επιλογές. | But then your father's drinking got worse, and he gambled on some bad investments, and, you know... We didn't have as many options. |
Βασικά, χειροτέρευσε. | In fact, he got worse. |
Έξω τα πράγματα χειροτέρευσαν. | Outside, things have got worse. |
Στην αρχή ήταν άσχημα, και μετά χειροτέρευσαν. | At first it was awful, and then it got worse. |
Καθώς ταξιδεύαμε στις Νότιες Θάλασσες χειροτέρευα. | as we sail in the South Seas, i was getting worse. |
Όχι μόνο δεν γινόταν καλύτερα, αλλά χειροτέρευε. | No only was he not getting better, he was getting worse. |
Επειδή η αρρώστια του χειροτέρευε. | It's because his illness was getting worse. |
Η ασθένεια της Νάνσι χειροτέρευε, κι ο Τσάρλι δεν το άντεξε. | Nancy's illness was getting worse, Charlie couldn't deal with it. |
Η κατάσταση μου χειροτέρευε, και στο μυαλό μου, τα πράγματα άλλαζαν επίσης. | My condition was getting worse, and in my coma mind, things were changing, too. |
Η μαμά της Τζόι χειροτέρευε. Οι λογαριασμοί έτρεχαν. Για ποιό άλλο λόγο θα έπαιρνε κάποιος την ηλίθια απόφαση να ρισκάρει τα πάντα για το παντοδύναμο χρήμα; | - Joey's mom was getting worse... bills were mounting, why else would someone else make the idiotic decision to risk everything for the Almighty Buck. |
Ενώ τα πράγματα χειροτέρευαν στη φυλακή, για τη Τζόι και τον Ράντι καλυτέρευαν. | While things were getting worse in prison... they were finally getting better forJoy and Randy. |