Get a Greek Tutor
doubt
- Αρχιφύλακα... δεν έχω κανένα λόγο να αμφιβάλλω για την ειλικρίνεια της εξομολόγησής του.
I have no reason to doubt the candour of the man's confession.
- Δεν έχω λόγο να αμφιβάλλω.
- I have no reason to doubt it.
- Πολύ αμφιβάλλω, αλλά...
I tend to doubt it, but...
-Δεν έχω κανένα λόγο να αμφιβάλλω. Πίστεψέ με.
I have no reason to doubt you, believe me.
"Όταν αμφιβάλλεις, δοκιμή στην πράξη".
When in doubt, physicalize. - Come on.
"Όταν αμφιβάλλεις, πες την αλήθεια".
- I was just thinking about something that mark twain once said which is, "when in doubt, tell the truth."
"Αλλά ποτέ μην αμφιβάλλεις για την αγάπη μου"
"But never doubt I love"
"Καλό να αμφιβάλλεις, μα ακόμα καλύτερο να σκαλίζεις".
Good to doubt, but better to investigate.
'Ο Σουμίτ, είναι ο μόνος που αμφιβάλλει για μένα.'
Sumeet's the only one who doubts me.
'Ομως, τι άθλιες στιγμές μετράει όποιος λατρεύει... ενώ αμφιβάλλει, υποψιάζεται, ενώ με πάθος αγαπάει!
But o, what damned minutes tells he over who dotes, yet doubts, suspects, yet fondly loves!
- Δεν αμφιβάλλει καθόλου;
- No doubts at all'?
- Φυσικά, αμφιβάλλει για τον ίδιο τον εαυτό της χωρίς λόγο!
- Yeah, you did. She doubts herself for no reason.
Eric, ο τρόπος σου θα κάνει τους ανθρώπους να πιστέψουν πως αμφιβάλλουμε για την ενοχή του Jari.
Eric, your snacks can make people believe we doubt that Jari is required.
Έχουμε μια διεύθυνση, αλλά αμφιβάλλουμε αν την πήγε εκεί αφoύ σκότωσε τον υπάλληλο.
Where'd he go? Well, we got an address on him, but we doubt he'd take her there after killing the attendant.
Όχι, δεν αμφιβάλλουμε γι'αυτό.
No, we don't doubt that.
Ακόμα αμφιβάλλουμε για τους άλλους.
We still have some doubts about the others.
"Και αυτό μην τολμήσετε να αμφιβάλλετε , ότι εξαιρουμένου του Διαβόλου, αποτελεί και τον πλέον πεισματικά μαινόμενο εχθρό σας"
...and don't you even dare to doubt that, excluding the Devil, he's the most furious stubborn enemy of yours.
- Γιατί αμφιβάλλετε;
- I doubt he believes you're unfaithful.
- Καθίστε, παρακαλώ. Πείτε μας, παρακαλώ, για ποιο λόγο αμφιβάλλετε... ότι ο σύζυγός σας είναι άρρωστος.
Now, please state to the court in your own language your reasons for doubting that your husband is really ill.
- Τι, δεν αμφιβάλλετε γι 'αυτό;
- What, do you doubt it?
"Αλλά να τους επιτρέπεις να αμφιβάλλουν."
But make allowances on their doubting too.
"Αν μπορείς να εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου όταν όλοι οι άλλοι αμφιβάλλουν για σένα".
You can trust yourself when all men doubt you
- Δεν έχω συνηθίσει να αμφιβάλλουν για τα λόγια μου.
I'm not accustomed to having my word doubted.
- Τα αφεντικά μας αμφιβάλλουν.
Our bosses are highly doubtful.
"Δεν το αρνούμαι, ότι αμφέβαλα για τη δύναμη των καρπών του.
I won't deny I doubted the strength of his wrists.
'Ημουν ανόητη και εγωίστρια που αμφέβαλα για σένα.
I was silly and vain and selfish, so I doubted you.
'λαν, με συγχωρείς αν αμφέβαλα για τα αισθήματά σου.
Alan. I'm sorry I doubted your feelings.
- Δεν αμφέβαλα μια στιγμή, αλλά μέρες.
I didn't doubt her for a second. I doubted her for days.
- Δεν αμφέβαλες στιγμή γι' αυτήν;
You never doubted her for a second?
- Μη μου πεις ότι αμφέβαλες.
Don't tell me you doubted me.
Αμφιβάλεις τώρα, όπως αμφέβαλες όταν, η άλλη σου κόρη αισθάνθηκε το κάλεσμα του Κυρίου, όπως αμφέβαλες όταν ήδη χάσατε τον υιό σας, πως αμφιβάλεις κάθε φορά και δεν συμφωνείς με τις αποφάσεις της Gloria.
As you doubted your other daughter's vocation, or when you lost your son, or when you fail to support Gloria. What is all this...?
Αν αμφιβάλεις για μένα τώρα, είναι γιατί αμφέβαλες εδω και πολύ καιρό.
If you doubt me now, you've doubted me for a long time.
Έτσι αμφέβαλε αν το Καίην ανήκει πια στο πεδίο μάχης.
He doubted the Caine's competence as to being returned to combat.
Έχετε κάνει αναρωτιέται ο κ Χολμς, και σας οφείλω ένα χίλια συγνώμη επειδή αμφέβαλε ικανότητά σας.
You've done wonders Mr. Holmes, and I owe you a thousand apologies for having doubted your ability.
Έχω ποτέ δεν αμφέβαλε, Moray.
I've never doubted you, Moray.
Ήρθα σε μια στιγμή όπου πραγματικά αμφέβαλε ότι θα μπορούσα να το κάνω μόνος μου με τη γυναίκα μου και, στη συνέχεια, σε ένα σημείο τα πράγματα περισσότερο ή λιγότερο κατέρρευσε.
I came to a moment where I really doubted that I could do this alone with my wife and then at one point things more or less fell apart.
Αυτή είναι η ημέρα που θα αποδείξεις σε όλους μας που αμφιβάλαμε ότι έχεις άδικο.
This is the day you prove all of us who doubted you wrong.
Λυπάμαι που αμφιβάλαμε πως κάποιος σε σαμποτάρει.
I'm sorry we doubted anybody was sabotaging you.
Ποτέ δεν αμφιβάλαμε για το υψηλό σας αίσθημα περί δικαιοσύνης.
No, we never doubted your high sense of justice.
Συγνώμη που αμφιβάλαμε για σας, κ. Κχαν.
l am so sorry we doubted you, Mr. Khan.
Με αμφιβάλατε τελικά.
You finally doubted me.
Ξέρω ότι πολλοί από σας αμφιβάλατε.
I know many of you have doubted.
Angela, πολλοί αμφέβαλαν για την ντισκο-καφετέρια στην αρχή αλλά είναι ένα μαγικό μέρος πρέπει να του δώσεις μια ευκαιρία
Angela, a lot of people doubted cafe disco at first, But it is a magical place. You have to give it a chance.
Όλοι αμφέβαλαν για την πρώτη Φραν που έφτιαξα και ήταν απολύτως ασφαλής... - ...και απολύτως αξιόπιστη.
Everyone doubted the first FRAN I built, and she turned out to be perfectly safe and perfectly reliable.
Από τις χειρότερες παραστάσεις στην καριέρα μου, και δεν αμφέβαλαν καθόλου.
A terrible performance, and they never doubted it for a second
Μια μετριότατη παράσταση και δεν αμφέβαλαν ούτε στιγμή.
A wildly substandard performance, and they never doubted it for an instant.
Ανέλαβες κάποιον που αμφέβαλλε για την ηγετική του ικανότητα, του υπενθύμισες τους λόγους που κατεβαίνει για Πρόεδρος και τον έπεισες να δεχτεί το παρελθόν του.
You took a guy who was doubting the strength of his leadership and reminded him why he's running for president... and got him to embrace his past.
- Είναι βέβαιο κύριε, μην αμφιβάλετε πια.
- Surely, monsieur, you no longer doubt.
- Μην αμφιβάλετε καθόλου.
- Don't you dare doubt it.
- Μπορείτε να δείτε το πρόσωπο της και ν' αμφιβάλετε, Κύριε μου;
- Can you look at her face and doubt, my Lord?
Ίσως αμφιβάλετε όπως κι εγώ για την ύπαρξη των μαγισσών.
Perhaps, like me, you doubt the very existence of such things as witches.
Την ιδία στιγμή, ο πολέμαρχος αμφιβάλει ότι υπάρχει επαναστατικό κόμμα.
At the same time, the warlord aspect also doubted that he is a revolutionary party
"Μες στο σκοτάδι στάθηκα ώρα πολλή μονάχος, αναρωτώμενος, φοβισμένος, αμφιβάλλοντας, βλέποντας όνειρα, που κανένας θνητός τόλμησε ποτέ να ονειρευτεί... "
"Deep into the darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal dared to dream before."
Μην αμφιβάλλοντας ποτέ ότι θυσιαστήκαμε για το γενικό καλό.
Never doubting that we spent ourselves for the general good.
Μια μικρή αμφιβάλλοντας Thomas στο αυτί σας Η, και είστε χρυσό.
A little doubting Thomas in your ear, and you're gold.
Ξύπνησα σήμερα, αμφιβάλλοντας για τα πάντα, Φρανκ.
I woke up this morning doubting everything, Frank.