"Αποφάσισα να τελειώνω με τον Βορρά. | "I decided to finish quickly with the war in the north. |
'λλη μια αποστολή και τελειώνω την περιοδεία μου. | Only one more mission to finish my tour. |
- Όχι, θέλω να τελειώνω με αυτό! | No,I want to finish this! |
- Θέλω να τελειώνω μ' αυτό γρήγορα. | File a 13-d. I want to finish this one quick. |
"Ποτέ μην αρχίζεις μια μάχη, αλλά πάντοτε να την τελειώνεις". | "Never start a fight, but always finish it." |
'Οσο πιο ψηλά τελειώνεις κάθε βδομάδα τόσο πιο πολλούς πόντους παίρνεις. | See, the higher you finish each week, the more points you get. |
'Οταν αναλαμβάνεις μια δουλειά, την τελειώνεις. | You take on a job, you finish it. |
- Αργά τελειώνεις. | You finish late. |
'ρα, η Βίβιαν τελειώνει με την Πόλα και τη Μαρίνα Κασίγιας στις 2 μμ, ο 'λμπερτ Μορένο φεύγει από την πίσω πόρτα στις 2:30 μμ, και είναι στις 3 μμ που βρίσκεται με τον Τ.Τζ. | So Vivien finishes with Paula and Marina Casillas at 2:00, Albert Moreno exists out the back door at 2:30, and now it's time for her 3:00 P.M. with T.J. |
- Αυτή η παράσταση τελειώνει απόψε. | - This show finishes tonight. |
- Αυτό είναι πού αρχίζει και πού τελειώνει. | - So this is it, huh? - This is where it starts and finishes. |
- Και... τελειώνει ήσυχα. | And he... he finishes quietly. |
'Ελα, Φρανκ! Να τελειώνουμε. | Come on, Frank, let's finish it! |
'Ετσι τελειώνουμε, με ή χωρίς τη συγκατάθεσή της! | So we'll finish it, with or without her consent! |
'Ομως, ενώ το 1 91 4 όλοι φώναζαν: "Εμπρός προς το Βερολίνο!"... αυτή τη φορά έλεγαν: "'Αντε να τελειώνουμε και με αυτό". | But whereas, in 1914, word of order was "For Berlin! ", of this time it was There "We go to finish with this." |
'ρα τελειώνουμε εδώ και φεύγουμε. | So we finish up and take off. |
'μα τελειώνετε κάτι, μη βάζετε πίσω το άδειο κουτί, να το πετάτε! | If you finish something, don't just put back the empty box, throw it out. |
'ντε, τελειώνετε τώρα. | Come on, finish it now. |
- Αλλά τελειώνετε μόνος. | - But you finish alone. |
- Ελάτε παιδιά, τελειώνετε το ποτό σας. | - Come on, boys, finish your drinks. Let's go. |
'λλοι τελειώνουν ότι άρχισες. | Other people finish what you started. |
- - Όχι, δεν είμαστε τελειώνουν τίποτα! | - No, we're not finishing anything! |
- Ναι είναι καλά... τελειώνουν τώρα. | Yeah, he's okay. They're just, uh, finishing up. |
- Ναι, αλλά τελειώνουν. | Yes, but they're finishing up. |
"Όταν τελείωσα είδα τι είχα κάνει. | "when I finished, I looked at what I had done, |
"Αγαπητή μου Έμμα, μόλις τελείωσα αυτό... το σχεδιάγραμμα για τη θεωρία μου περί των ειδών." | "My dear Emma, I have just finished this sketch of my species theory." |
"Αλλά δεν τελείωσα ούτε ένα." | ...never finished even one. |
"Η Γυναίκα του Χέλσμαν." Μόλις το τελείωσα. | "The helmsman's wife." I just finished it. |
"Θα σε ρωτάει, "τελείωσες;" περισσότερο από ένα γκαρσόνι σε εστιατόριο. | "He's going to say 'Are you finished? ' more times than a waiter in a busy restaurant." |
"Μη ντρέπεσαι... μη σταματάς να κλαις, δεν τελείωσες ακόμη." | "Do not be ashamed, do not stop, let yourself go, cry, you have not finished yet" |
'Ηθελα να σου πω ότι δεν τελείωσες την ιστορία σου. Γιατί σταμάτησες; | By the way, you never finished that story |
'Ηρθε η σερβιτόρα και δεν τελείωσες την πρότασή σου. | Then the waitress came over, and you never finished. |
"Όταν τελείωσε, ο γέρος είχε δάκρυα στα μάτια του. | When he finished, the old man had tears in his eyes. |
"Δόξα τω Θεώ, τελείωσε". Αλλά ξαναγύρισε στο δωμάτιο και το ξανάκανε. | I closed my eyes and tried to go someplace else and when he finished, I thought, |
"Εντάξει, τελείωσε." | OK, it's finished. |
"Καθώς ο ήλιος ανέτειλε την 15η ημέρα, "Μετά το πιο δύσκολο έργο είναι κάποιος από εμάς είχε κάνει ποτέ, " η γέφυρα τελείωσε ". | 'As the sun rose on the 15th day, 'after the hardest work any of us had ever done, 'the bridge was finished.' |
"Εμείς τελειώσαμε. | "We're finished, you and me. |
"Σε κάθε σημείο που πάμε μας έχουν δύο Κάντιλακ, αλλά απόψε, όταν τελειώσαμε την παράσταση και τρέξαμε έξω, | "We have had two Cadillacs every place. "But tonight when we finished the show and ran out |
'Αφήστε το σέ μένα, δέν τελειώσαμε άκόμα. | Leave it to me, I haven't finished yet. |
'Οταν τελειώσαμε, καταλάβαμε το μέγεθος των απωλειών. | It was really stubborn. When we'd finished, then we realised the casualties we'd left behind. |
- Έγινε. Λοιπόν, τελειώσατε εσείς. | All right, suicide pact finished, okay? |
- Όχι ΄σχεδόν', τελειώσατε. | - You've finished your meeting. Yes sir. |
- Όχι, εγώ λέω ότι τελειώσατε, εντάξει; | No, I think you are finished, okay? |
- Όχι, μόλις τελειώσατε. | No, you're just getting finished. |
"Αν μπορούσα να φύγω σώος απο εδώ" Αλλά όταν τελείωσαν όλα μου έδωσε μια σοκολάτα. | "If only I got out of here okay." But then after everything was all finished they gave me a candy bar. |
"Αυτές οι καταστροφές... είναι έργον Θεού... και δεν τελείωσαν. | "These catastrophes are the work of God. "And they have not finished. |
"Οι τάξεις που τελείωσαν με το καθάρισμα να συγκεντρωθούν στο προαύλιο." | "Classes finished with cleanup should assemble in the courtyard." |
Όταν εμφανίστηκαν ένα βράδυ ενώ τελείωνα μια εργασία για την επόμενη μέρα. | When they showed up one night while I was finishing up an assignment for the next day. |
Όταν τελείωνα το βιβλίο για τον Χόθορν, είχα αϋπνίες και η μαμά σου απείλησε να πάει σε ξενοδοχείο. | Oh-ho, are you kidding? When I was finishing the Hawthorne book, I tossed and turned so badly... your mother threatened to check into a hotel. |
Όχι, απλά τελείωνα την πρόταση μου. | No, I was finishing my sentence. |
Δεν του το έδειξα ποτέ, αλλά ήξερε ότι τελείωνα ένα. | I never showed it to him, but he knew I was finishing one up. |
Εκείνο τον καιρό, τελείωνες μια εξάχρονη καταδίκη. | During that time, you were finishing off a six-year sentence. |
Νόμιζα ότι τελείωνες την αναφορά του 'ντερσεν. | Thought you were finishing up the andersen brief. |
Υποτίθεται ότι θα τελείωνες την προηγούμενη εβδομάδα. | We thought you were finishing out here last week. |
- Ο Υπολοχαγός Τόρες τελείωνε τη δεύτερη περιοδεία του στο Αφγανιστάν. | Lieutenant Torres was finishing his second tour in Afghanistan. |
-Κυρία μου, απ' ό,τι γνωρίζω... ενώ η ένορκος 9 τελείωνε το γεύμα... ξαφνικά, στάθηκε όρθια, έπιασε το στήθος της και κατέρρευσε. | - Ma'am. From what I understand, juror number 9 was finishing her lunch, when suddenly she stood up, grabbed her chest, and collapsed. |
Αυτή τελείωνε το λύκειο. | She was finishing her senior year in high school. |
Γύρισα την ώρα που τελείωνε η συνάντηση, κι είπα να πάμε μαζί σπίτι. Εντάξει. | Uh, my subway got out at the time your meeting was finishing, so I thought we could walk home together. |
Δηλαδή, νόμιζα ότι απλώς ήταν μια βλακεία, τον καιρό που τελειώναμε το Giant Pro. | I mean, I thought it was just a goof when we were finishing the Giant Pro. |
Και σε είκοσι λεπτά, τελειώναμε τις προτάσεις του άλλου. | And in 20 minutes, we were finishing each other's sentences. |
Μια μικρή μάινα, ήρθε ενώ τελειώναμε την κατασκευή και, απ'ότι φαίνεται, κόλλησε μαζί μας. | A little mynah bird came by while we were finishing the house, and it seems he has attached himself to us. |
Μόλις τελειώναμε την πρόβα. | We were finishing a general rehearsal. |
Δυστυχώς όταν τελειώνατε. | l' m sorry, l got here just as you were finishing your last set. |
"σκοπεύετε να πάτε πίσω στην Αγγλία, μόλις τελειώσετε με την Αμερικάνικη σας περιοδεία;" | "do you plan to go back to England when you finish your American tour?" |
'Ετσι θα τα ελέγξω μέχρι να τελειώσετε... ό,τι κάνετε. | I'll swing by your quarters tomorrow morning and look over the material you have while you finish doing whatever it is that you're doing. |
'Οταν τελειώσετε με το χαζοκούτι... θέλουμε τις κασέτες. | Any time you two've finished jerking off, watching MTV, we need to see the tapes. |
'Οταν τελειώσετε τη συζήτησή σας, φέρ' την στη βιτρίνα τρία. | When you're finished your conversation bring her to window number 3. |
"Με ενδιέφερε να ακούσω ότι άλλα νεαρά κορίτσια, τελειώνοντας στο... | "I was interested to hear that Other young girls finishing at-- |
Ήμουν ξύπνιος.. όλη νύχτα δουλεύοντας το κάρριον, τελειώνοντας το. | I've been up... all night working on Carrion, finishing it. |
Ήμουν τελειώνοντας το κολέγιο ... κοιτάζοντας ένα βουνό των φοιτητικών δανείων. | I was finishing up college... looking at a mountain of student loans. |
Όσο είμαι στο χειρουργείο τελειώνοντας την δική σου δουλειά, καλύτερα να σκεφτείς καμία καλύτερη δικαιολογία που ανυπομονώ να ακούσω το πρωί. | While I'm in the O.R. finishing your job, you'd do well to come up with a better excuse that I look forward to hearing in the morning. |
"Έχω τελειώσει την ιστορία της Ιωάννας της Λωραίνης..." ...που αυτό το θαυμάσιο παιδί, αυτή η μεγαλειώδης προσωπικότης αυτό το πνεύμα το οποίο, σε μία σχέση, δεν είχε όμοιό του και ούτε θα έχει. | "I have finished my story of Joan of Arc that wonderful child, that sublime personality that spirit which, in one regard, has had no peer and will have none. |
"Όπως έχουμε τελειώσει ablutions μας... " .. οι διάφορες φατρίες άρχισαν να φτάνουν. | 'As we finished our ablutions... '..the various factions started to arrive. |
"Ας τελειώσει" | "Let it be finished." |
"Δεν έχω τελειώσει μαζί σου!" | "I'm not finished with you!" |