Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να εγείρω ένα νομικό ζήτημα. | My Lady, I'd like to raise a point of law. |
Αν δεν παρευρεθείς, θα εγείρεις ερωτήματα. | If you don't attend, all it will do is raise questions. |
Το τέλος των ασθενειών, των γενετικών ατελειών, αναστροφή της διαδικασίας γήρανσης, εγείρει όμως μερικά ηθικά διλήμματα, δεν νομίζεις; | The end of disease, birth defects, reversal of the aging process does raise some very interesting moral questions, though, don't you think? |
Που εγείρει μια ενδιαφέρουσα ερώτηση. | But it does raise an interesting question. |
Πώς μπορούμε να εγείρουμε το ενδιαφέρον; | How can we raise awareness? ! |
Προτείνω να εγείρουμε μια μικρή κόλαση. | I suggest we raise a little hell. |
Να μην εγείρουμε υποψίες. | No raised eyebrows. |
Θα πρέπει να κινηθούμε πολυ μυστικά... να εγείρουμε χρήματα εδώ. | He will have to move very mysteriously to raise any boodle here. |
Και τα δυο εγείρουν ερωτήματα. | Both raise questions. |
Και τους λέω ότι δεν υπάρχει τίποτα Ανησυχητικά τηλεοπτικά προγράμματα εγείρουν το εκφοβιστικό ενδεχόμενο τεράστιων παλιρροιακών κυμάτων να κατακλύσουν τη Βρετανία | there was something like 13 million cases a year and something like 600,000 deaths, a tremendous catastrophy... that raised up to the Arctic Circle... |
Οι ιερείς της Μοράνα μπορούν να τα εγείρουν τη νύχτα από το βάλτο. | The priests of Moranna can raise them at night from the marsh. |
Δε λέω πως η Λέσλι Νόουπ είναι φόνισσα σκύλων. Αλλά οι πράξεις της εγείρουν ερωτήματα. | Now I am not saying that Leslie Knope is a dog murderer, per se, I just think that her actions raise some questions. |
Οι σκεπτικιστές εγείρουν ερωτήσεις ως προς το αν, ο Εισαγγελέας Joo θα αποδόσει κατηγορίες για τους ισχυρισμούς του | Skeptics raise Questions as to whether Prosecutor Joo will be formally pressed charges for his allegations |
Η επανεμφάνισή σου σαν Αλεξάνδρα Ουντίνοφ, θα εγείρει πολλές ερωτήσεις. | Your reappearance as Alexandra Udinov will raise a lot of questions. |
Η αγαπημένη μας πριγκίπισσα όντως ήγειρε κάποια παράλογη αξίωση. | It is true our beloved princess has listened to ill counsel and raised some absurd claim. |