Διορθώνω (correct) conjugation

Greek
63 examples

Conjugation of eiti

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
διορθώνω
I correct
διορθώνεις
you correct
διορθώνει
he/she corrects
διορθώνουμε
we correct
διορθώνετε
you all correct
διορθώνουνε
they correct
Future tense
θα διορθώσω
I will correct
θα διορθώσεις
you will correct
θα διορθώσει
he/she will correct
θα διορθώσουμε
we will correct
θα διορθώσετε
you all will correct
θα διορθώσουνε
they will correct
Aorist past tense
διόρθωσα
I corrected
διόρθωσες
you corrected
διόρθωσε
he/she corrected
διορθώσαμε
we corrected
διορθώσατε
you all corrected
διόρθωσαν
they corrected
Past cont. tense
διόρθωνα
I was correcting
διόρθωνες
you were correcting
διόρθωνε
he/she was correcting
διορθώναμε
we were correcting
διορθώνατε
you all were correcting
διόρθωναν
they were correcting
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
διόρθωνε
be correcting
διορθώνετε
correct
Perfective imperative mood
διόρθωσε
correct
διορθώστε
correct

Examples of διορθώνω

Example in GreekTranslation in English
- Μου ζήτησε να τη διορθώνω!- She asked me to correct her.
Έχω βαρεθεί να διορθώνω τα λάθη σας.I'm tired of having to correct you guys' mistakes.
Γιατί πρέπει πάντα να τους διορθώνω όλους;Why do I always have to correct people?
Δεν καταφέρνω συχνά να διορθώνω μιαν άλλη ιδιοφυία.It's not often I get to correct another genius.
Δεν μ' αρέσει να σε διορθώνω, αφεντικό. Η εσχάτη των ποινών στην πολιτεία της Φλόριντα είναι η θανατηφόρος ένεση.Hate to correct you, boss, capital punishment in the state of Florida is lethal injection.
- 'ρα συνεχίζεις να διορθώνεις.- So you keep on correcting.
- Κακώς. - Το μισώ όταν με διορθώνεις.I hate it when you correct me.
- Με διορθώνεις κιόλας τώρα;- You're correcting me now?
- Μου αρέσει όταν με διορθώνεις, μωρό μου.- Oh, I love when you correct me, baby.
- Μπαρτ. Μην τον διορθώνεις, Μπρατ!Don't correct the man, Brat.
Άρα σε διορθώνει;So he corrects you?
Όποτε διορθώνει κάποιο λάθος, χτυπάει πιο δυνατά.Whenever he corrects his mistake, he taps heavier
Όταν με διορθώνει, και κρούει μια νότα ή μια χορδή, η φωνή του είναι μέσα στη μουσική... ψιθυρίζοντας... Με καταδιώκει ...When he corrects me, and strikes a note, or a chord, his voice is in the music... whispering... that he pursues me as a lover.
Α, ο φίλος μου ο Joe με διορθώνει.Oh, my friend Joe corrects me.
Αυτό ήταν! Κανείς δεν διορθώνει τη γαλλική προφορά μου!Nobody corrects my French pronunciation...!
Mαζευόμαστε, αλληλοσυμπλη- ρωνόμαστε και συζητάμε. Δε διορθώνουμε, όμως.We gather together, and we add things, and we contribute and discuss, but we don't correct.
Όχι, χρησιμοποιούμε οπτική αναγνώριση χαρακτήρων, την οποία διορθώνουμε με το χέρι.Oh, no, we use optical character recognition, which... which we correct by hand.
Αρχίσαμε να διορθώνουμε την δική της συμπεριφορά λες κι έκανε κάτι κακό.We start correcting her behavior Like she's doing something wrong.
Αφού ξεκινήσαμε να διορθώνουμε σημασιολογικές γκάφες, οι αντίκες είναι αυτά που παίρνεις όταν στρίψεις στην εθνική οδό στο Μίσιγκαν.Uh, while we're correcting semantic gaffes... antiques are what you get when you pull off the highway in Michigan.
Βρίσκουμε τι δεν πήγε καλά και το διορθώνουμε.We figure out what went wrong and correct it.
- Σας ευχαριστώ που με διορθώνετε.- Thank you for the correction.
Δεν θέλω να με διορθώνετε διαρκώς.I don't wish your correcting me incessantly.
Κιμ και Τζέσικα, τηλεφώνησε ο δασκάλα σας και ζήτησε.. να μην τη διορθώνετε μπροστά στη τάξη.Kim and Jessica, your teacher called and has made a request... that you do not correct her in front of the class.
Να με διορθώνετε όταν κάνω λάθη.Please correct me if I speak incorrectly.
- Ήταν ένα σφάλμα και το διόρθωσα.- But it was a mistake and I corrected it.
- Το διόρθωσα!- I corrected it!
- Το διόρθωσα.I had that corrected!
“Ευχαριστώ που μου έδωσες την τέλεια ζωή σου.” “Και τώρα που διόρθωσα τη χειρότερή σου απόφαση...” “το ότι ερωτεύτηκες τον Ντέιμον Σαλβατόρε...”Thanks for giving me your perfect life, and now that I've corrected the single worst decision you ever made--falling in love with Damon Salvatore--
Έτσι διόρθωσα την διαδρομή, και είμαστε όλοι καλά τώρα.So I just corrected the course, and we're all right now.
Γιατί ο δάσκαλος λέει ότι διόρθωσες τα λόγια σου;Why does teacher Djin say that you corrected yourself?
Δεν το διόρθωσες όμως.- That you could have easily corrected.
Με διόρθωσες για το πόσες σφαίρες έριξαν ο Χέκτορ και ο Χόρχε και κανείς δεν με διορθώνει στα μαθηματικά.You corrected me on the amount of the bullets fired by Hector and Jorge, and no one corrects me when it comes to math, but you were right.
Με διόρθωσες και με αηδίασες.I stand corrected. And disgusted.
Ορίστε, με διόρθωσες.There you go. You corrected me.
Έξι μήνες μετά διόρθωσε το λάθος παίρνοντας μια χούφτα υπνωτικά χάπια.Six months later, she corrected the mistake -- Took a fistful of sleeping pills.
Όχι, τώρα διόρθωσε την πορεία της.No, now she course-corrected.
Αυτός με διόρθωσε.He corrected me.
Είναι εσύ, αφού ο υπολογιστής διόρθωσε όλες τις ατέλειές σου.- He's like you, uh, after a computer has- has corrected all your deficiencies.
Η Ηβ Χάρινγκτον εδώ μόλις με διόρθωσε μπροστά στο Πρόεδρο.Eve Harrington here just corrected me in front of the president.
Ήταν ένα μικρό λάθος... που διορθώσαμε.It was a minor slip-up... which we corrected.
Είχε ανεπάρκεια Β12 και τη διορθώσαμε, έκτοπη κύηση και αφαιρέσαμε το έμβρυο.She had a vitamin deficiency, and we corrected it, an ectopic pregnancy, we removed it.
Πριν, ήσουν σ' ένα εργαστήριο όπου επιταχύναμε την ανάπτυξή σου, διορθώσαμε γενετικές ανωμαλίες, σου δώσαμε σοφία και αναμνήσεις...Before then, you were in a laboratory where we accelerated growth, corrected any genetic anomalies, gave you the wisdom and memories...
- Ορθώς με διορθώσατε.- I stand corrected.
Αφού με διορθώσατε, σας άκουγα πολύ προσεκτικά, πιστέψτε με.After you corrected me, I was listening very carefully. Believe me.
Είστε σίγουρος ότι διορθώσατε το πρόβλημα, δρ. Σινκλέρ ; Απολύτως, Κε.Are you sure you've corrected the problem, Dr. Sinclair?
Καλά κάνατε και με διορθώσατε.In which case, I stand corrected.
- Έτσι τον είπα, αλλά με διόρθωσαν.That's what I called him, but I was corrected.
Οι νέοι βιο-εκτυπωτές διόρθωσαν την ατέλεια, στους παλιούς είναι σύνηθες.I mean, th-the new bio-printers have corrected that flaw, but it's quite common in the old ones.
- Καλά τα πήγατε. - Ευχαριστώ. Νεαρή μου, διορθώστε με, αλλά άκουσα... ότι σκέφτεστε να φοιτήσετε στο Χάρβαρντ.Young miss, do correct me, but I heard tell that you are considering attending Harvard University.
- Κατόπιν μην με διορθώστε.- Then don't correct me.
-Καπετάνιε, διορθώστε πορεία και ταχύτητα.- Captain, correctyour course and speed.
Έχω μια αμυδρή ανάμνηση, και διορθώστε με αν κάνω λάθος, πως ακύρωσα την παραγγελία.I have a vague recollection, correct me if I'm wrong, - of canceling my order. - ( Girls clamoring )
Όμως πριν από αυτό, διορθώστε με αν κάνω λάθος...But before we do, correct me if I'm wrong...
Ήμουν σιωπηλός διορθώνοντας εσάς όλοι νύχτα.I've been silently correcting you all night.
Γιατί θέλεις να χάνεις την ώρα σου διορθώνοντας τις ανοησίες των άλλων μαθητών;Why do you want to waste your time correcting the drivel of other students?
Εννοεί ότι ήταν στα κοντρόλ διορθώνοντας τα λάθη του Μπλέιζ.He means he's been on the controls correcting Blaze's mistakes.
Θα πάρω πορεία 65 μοιρών από τη Ν.Υόρκη, διορθώνοντας την πορεία ανά 100 μίλια.- Dead reckoning. I take up a compass heading of 65 degrees out of New York, keep correcting the heading every 100 miles.
Κάθε βράδυ καθόμουν δίπλα στον Αυτοκράτορα της Αυστρίας... και έπαιζα ντουέτα μαζί του... διορθώνοντας την μουσική του ανάγνωση.Every night l sat with the emperor of Austria... ...playingduetswithhim... ... correctingtheroyalsight-reading.
- Το έχουμε ήδη διορθώσει.- We already corrected it.
Έπρεπε να την είχα διορθώσει.I should have corrected her.
Έχω διορθώσει μόvο κάποια ελαττώματα.I just corrected its design flaws.
Θα το είχα διορθώσει.l would have corrected it.
Και μάλλον θα πρέπει να το διορθώσει.And l believe he stands corrected. - Shane.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

ανορθώνω
stand up
διογκώνω
exonerate

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'correct':

None found.
Learning Greek?